Ἀρ. Πρωτ.: 1018
Ἀρ. Διεκπ.: 587
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
ΑΡ. 29
Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς καθ' ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
«Ὁ δέ Ἰησοῦς ἐσιώπα...»(Ματθ.κστ΄, 63)
Χριστιανοί
μου,
«Λαός
δυσσεβής καί παράνομος» ἐνήργησε κατά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄνθρωποι ἀγνώμονες τῶν
ἀμετρήτων εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ, προσέφερον στόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ
Θεοῦ «ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Μυστικά ἐσκέφθηκαν τήν
σύλληψή Του, στή ζοφώδη νύκτα, ὅμοια μέ ἐκείνη τῆς καρδιᾶς τους, τήν ἐπραγματοποίησαν
καί, μέ συνοπτικές διαδικασίες, ἐξέδωκαν τήν καταδίκη Του, ὥστε νά ἀναγκάσουν
καί τούς μεταγενεστέρους των νά ὁμιλοῦν γιά τή «μεγαλύτερη δικαστική πλάνη τῶν
αἰώνων».
Σ’ αὐτή
τήν θεομάχο συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, «Θεός ὤν ἐλέους, οἰκτιρμῶν
καί φιλανθρωπίας», ἐστάθη μέ τήν ἁρμόζουσα Θεϊκή μεγαλοπρέπεια καί ἀρχοντιά. Ὁδηγήθηκε
στήν δίκη Του, ὁ ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁδηγήθηκε στό Συνέδριο τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Ἱερατείου,
ὁ Ἀρχιερεύς ὁ Μέγας, «ὁ διεληλυθώς τούς οὐρανούς». Ὁ ἱερός ὑμνογράφος, μέ δύο
ἀπό τίς πιό δυνατές ἀντιθέσεις πού ἐγνώρισε ἡ παγκόσμια λογοτεχνία, δηλώνει τό
βάθος τῆς θεϊκῆς συγκατάβασης, ἀλλά καί τό μέγεθος τῆς ἀνθρώπινης ἀνομίας: «Ὅτε
παρέστης τῷ Καϊάφᾳ ὁ Θεός καί παρεδόθης τῷ Πιλάτῳ ὁ Κριτής». Ἐστάθη ἐνώπιον τοῦ
ἀρχιερέως Καϊάφα ὁ ἀληθινός Θεός, πρός τόν Ὁποῖον οἱ ἀρχιερεῖς προσφέρουν τίς
θυσίες καί τά ὁλοκαυτώματα. Παρεδόθη στό δικαστή Πόντιο Πιλάτο ὁ δίκαιος
Κριτής, ὁ μόνος χορηγός τῆς δικαιοσύνης, στό ὄνομα τῆς ὁποίας ἐνεργοῦν οἱ
δικαστές. Ὅμως, τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας αὐτές τίς στιγμές διέκρινε ἡ
κένωση καί ἡ ταπείνωσή Του.
Ὁ Χριστός
εὑρίσκεται ἐνώπιον τῶν δικαστῶν Του καί, μέ ὑπομονή, ἀκούει τίς χαλκευμένες
κατηγορίες, τίς συκοφαντικές ψευδομαρτυρίες. Μέ τόν πλέον ἀναιδῆ τρόπον οἱ
«διδάσκαλοι» τοῦ Νόμου κατεπάτησαν τήν ἐντολή πού ὁ Θεός ἔδωκε στόν προπάτορά
τους, τόν Μωϋσῆ: «Οὐ ψευδομαρτυρήσεις», καί τήν κατεπάτησαν εἰς βάρος Ἐκείνου, ὁ
Ὁποῖος εἶναι «ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή». Σ’ αὐτήν τήν ὑποκριτική
συμπεριφορά, «ὁ Ἰησοῦς ἐσιώπα». Ἐκεῖνος, πού εἶχε τή δυνατότητα μέ ἕνα λόγο
Του νά ἀναιρέσει τά πάντα, ἐσιώπα. Εὔλαλη ἡ μεγαλοπρεπής σιωπή
τοῦ Χριστοῦ. Διδάσκει ὅλους ἐμᾶς σήμερα, οἱ ὁποῖοι δέν ἀνεχόμεθα νά μᾶς
προσβάλλουν στό παραμικρό, νά σιωποῦμε. Νά ὁμιλοῦμε στό Θεό μέ τούς ἀνεκλαλήτους
στεναγμούς τῆς καρδίας μας, ὅπως ὁ Τελώνης, ἀλλά νά σιωποῦμε, ὅταν μᾶς θίγουν,
μᾶς κατηγοροῦν, μᾶς ὑβρίζουν, μᾶς ἀδικοῦν οἱ ἄνθρωποι. Παράδειγμά μας ὁ Χριστός
μας στήν ἄκρα ταπείνωσή Του, ὁ Ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδώρει, πάσχων οὐκ
ἠπείλει».
Σέ κάποια,
ὅμως, στιγμή τῆς δίκης, ὁ ἀρχιερεύς ἐρωτᾶ τόν Χριστό ۠ «σύ εἶ ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ εὐλογητοῦ»; Εἶσαι ἐσύ ὁ Χριστός, ὁ
Υἱός τοῦ Θεοῦ, «ὅν παῖδες εὐλογοῦσι»;...
Τήν σιωπή
τοῦ Χριστοῦ, συντροφεύει τώρα ἡ σιωπή ὅλου τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου. Οἱ ἀνάσες ἔχουν
κοπεῖ, οἱ καρδιές ἔχουν πάψει νά κτυποῦν. Ὅλοι ἀναμένουν ποιά θά εἶναι ἡ ἀπάντηση.
Θά ὁμολογήσει τόν Θεό Πατέρα Του ἤ καί πάλι θά σιωπήσει;
Καί ἡ μεγαλόπρεπη καί εὔλαλη σιωπή Του, τώρα, λύνεται!
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα «εἶπον καί ἐγεννήθησαν, ἐνετείλαντο καί ἐκτίσθησαν».Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα ὑπεσχέθηκαν στούς προπάτορες «τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας»,
«ἐξ ἧς ῥέει μέλι καί γάλα».
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα «πάλαι τῷ Μωσεῖ συνελάλησαν ἐπί τοῦ ὄρους Σινᾶ διά
συμβόλων».
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα «πολυμερῶς καί πολυτρόπως πάλαι ἐλάλησαν τοῖς πατράσιν
ἐν τοῖς προφήταις».
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα ἐξεφώνησαν τόν Νόμο, ὥστε «ἐξεπλήσσοντο πάντες ἐπί τῇ
συνέσει καί ταῖς ἀποκρίσεσιν Αὐτοῦ».
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα ἐξεφώνησαν τήν άσυγκρίτως τελειότερη διδασκαλία τοῦ
κόσμου «ἐπί τοῦ Ὄρους», ὥστε «ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπί τῇ διδαχῇ Αὐτοῦ».
Κινοῦνται
τά θεϊκά χείλη, τά ὁποῖα ὡμίλησαν, μέ ἀλήθεια καί καθαρότητα, ὥστε δικαιωματικά
νά διατυπώσουν τό ἐρώτημα: «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγξει με περί ἁμαρτίας;».
Κινοῦνται
μεγαλοπρεπῶς, ἱεροπρεπῶς, θεοπρεπῶς τά θεϊκά χείλη, γιά νά ἀπαντήσουν στό ἐρώτημα.
Μυστήριο Ἱερό ἡ ἀπάντηση, φωνή οὐρανοῦ, σάλπισμα ἀγγελικό, δόγμα Ἐκκλησιαστικό:
«Ἐγώ εἰμί» (Μάρκ. ιδ΄62).
Ἐκεῖνος
πού θά ἀνεβεῖ στό Σταυρό εἶναι ὁ Θεός. Τό ὁμολογεῖ ὁ Γαβριήλ στόν Εὐαγγελισμό,
οἱ Ἄγγελοι στή Γέννηση, ὁ Φίλιππος στό Ναθαναήλ. Τό κηρύσσουν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ
Πατέρες, οἱ Μάρτυρες. Τό διαλαλεῖ ἡ Ἐκκλησία. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός!
Ἀγαπητοί μου!
Καί ἀπό ἐμᾶς
ζητεῖται πολλές φορές νά ὁμολογήσουμε ἤ νά ἀρνηθοῦμε τό Χριστό μας, τήν πίστη
μας. Μᾶς ζητεῖται νά διατρανώσουμε ὅτι
εἴμεθα Χριστιανοί. Πολλές φορές, μέ ἀντίτιμο τήν ἡσυχία μας, τό ἐπάγγελμά μας,
τήν καριέρα μας, ἀκόμη καί τήν ἴδια τή ζωή μας. Ἄς μή δειλιάσουμε! Ἄς ἀκούσουμε
τή φωνή τοῦ Χριστοῦ μας: «Θαρσεῖτε, ἐγώ
νενίκηκα τόν κόσμον».
Ἄς σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ σιωπηλοῦ Ἐσταυρωμένου καί ἄς καταθέσουμε τήν ὁμολογία
μας. «Σύ εἶ ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ».
ΑΜΗΝ.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2017
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου