Ἀρ. Πρωτ.: 2566
Ἀρ. Διεκπ.: 1279
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ
ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ΑΡ. 21
Πρός
τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
«Θεός ὤν εἰρήνης, Πατήρ οἰκτιρμῶν, τῆς μεγάλης Βουλῆς Σου τόν Ἄγγελον, εἰρήνην παρεχόμενον, ἀπέστειλας ἡμῖν, ὅθεν, θεογνωσίας πρός φῶς ὁδηγηθέντες, ἐκ νυκτός ὀρθρίζοντες, δοξολογοῦμεν σε, Φιλάνθρωπε».
«Θεός ὤν εἰρήνης...»
Ἀγαπητὰ ἐν Χριστῷ παιδιὰ μου!
Ὁ Θεός, πού εἶναι τό κέντρο καί ὁ ἄξονας τῆς ἱστορίας, ἐνσαρκώνεται. «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεώ καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» ἔψαλαν οἱ ἄγγελοι τήν νύκτα τῆς Γεννήσεως. «Ὁ Χριστός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν», θά γράψει ἀργότερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, διότι μέ τήν παρουσία Του εἰρηνεύει τήν ταραγμένη συνείδησή μας, συμφιλιώνει τόν πεσόντα ἄνθρωπο μέ τόν Θεό Πατέρα καί συναδελφώνει τούς ἀνθρώπους. Ὁ Ἀπόστολος προτρέπει τούς μαθητές του λέγοντας: «ὁ Θεός τῆς εἰρήνης μετά πάντων ὑμῶν» (Ρωμ. 15, 33).
Ἡ εἰρήνη εἶναι τό πρῶτο δῶρο τοῦ τεχθέντος Κυρίου μας πρός τήν ἀνθρωπότητα. Κάθε φορά πού τελοῦμε τήν Θεία Λειτουργία, ἑνώνουμε τίς δεήσεις μας μέ τίς ἀγγελικές ὑπερκόσμιες δοξολογίες: «Ἄγγελον εἰρήνης, πιστόν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα». Δεόμεθα «ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης» καί «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου». «Εἰρήνη πᾶσι» λέγει ὁ λειτουργός ἱερέας, ὑψώνοντας τό δεξί του χέρι εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ καί εὐλογεῖ ἐξ ὀνόματός Του τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα.
Ἦλθε ὁ Χριστός στή γῆ γιά νά φέρει τήν εἰρήνη. Δέν ἦλθε γιά νά κρίνει, ἀλλά γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Δέν ἦλθε νά ἐλέγξει, ἀλλά νά διδάξει καί νά συγχωρήσει. Γιά τήν Ἐκκλησία, ἡ εἰρήνη δέν συνιστᾶ ἀσαφῆ ἔννοια ἤ σκιῶδες ἰδεολόγημα. Δέν εἶναι τύπος ἤ γράμμα, ἀλλά τό συγκεκριμένο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ πραγματική εἰρήνη, τήν ὁποία ἐπιζητοῦμε πάντοτε, ὥστε νά γίνονται τά πάντα καινά. Ὁ ἴδιος εἶχε πεῖ: «Εἰρήνην τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν» (Ἰω. 14, 27).
Ὅποιος τήν γνωρίσει ἤ τουλάχιστον τήν γευθεῖ πρωταρχικά, οὐσιαστικά εἰρηνεύει πρός τόν ἑαυτό του. Ἀνακαλύπτει μέσα του τόν βαθύτερο πυρήνα πού τόν συνδέει μέ τόν Δημιουργό του παντός καί τήν πηγή κάθε ἀγαθοῦ. Ἀναγνωρίζει τά λάθη του καί ἐπιστρέφει στόν Θεό, ὁ ὁποῖος δέν κρίνει ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά μᾶς δέχεται κοντά του μέ ἀγάπη. Κανείς καλλιτέχνης δέν ἀντέχει νά βλέπει τό ἔργο του κατεστραμμένο ἤ παραποιημένο. Κτίσμα καί εἰκόνα Θεοῦ εἶναι καί ὁ ἄνθρωπος, πλήν ὅμως εὐτελισμένη καί πεσμένη. Ἦλθε κοντά μας γιά νά μᾶς ἀνυψώσει στά φιλάνθρωπα χέρια Του καί νά μᾶς ὁδηγήσει στήν ἁγία Του Ἐκκλησία. Διότι δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἀνθρώπινο κατασκεύασμα γιά νά κατοικεῖ ὁ Θεός, ἀλλά θεϊκό καθίδρυμα, γιά νά προσέλθει ἐντός Αὐτῆς ὁ ἄνθρωπος καί νά ἀνεύρει τήν εἰρήνη, τήν ζωή «καί περισσόν αὐτῆς».
Ἡ εἰρήνη εἶναι κάτι πού ὅλοι μας στερούμεθα. Εἶναι αἰωνίως ἐλλείπουσα. Κι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος γεννᾶται στό ταπεινό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ δέν εἶναι κάποιος κοινός ἐγγυητής της. Στό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Κυρίου εὑρίσκουμε τήν εἰρήνη ἐνσαρκωμένη. Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει πρός τούς Ἐφεσίους ὅτι «Αὐτός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἠμῶν»: «ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη μας, ὁ ὁποῖος συνένωσε τά δύο μέρη καί κατέρριψε τό μεσότοιχο τοῦ φραγμοῦ, δηλαδή τήν ἔχθρα, ἀφοῦ κατήργησε διά τῆς σαρκός του τόν νόμο τῶν ἐντολῶν πού συνίστατο σέ διαταγές, γιά νά δημιουργήσει στόν ἑαυτό του ἀπό τά δύο μέρη ἕνα νέο ἄνθρωπο καί νά φέρει εἰρήνη καί νά συμφιλιώσει μέ τόν Θεό καί τά δύο μέρη σ’ ἕνα σῶμα διά τοῦ σταυροῦ, μέ τόν ὁποῖο θανάτωσε τήν ἔχθρα. ... Ὥστε λοιπόν δέν εἶστε πλέον ξένοι καί παρεπίδημοι, ἀλλά συμπολίτες τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι του Θεοῦ, διότι ἔχετε οἰκοδομηθεῖ πάνω στό θεμέλιο τῶν ἀποστόλων καί τῶν προφητῶν, τοῦ ὁποίου ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος».
Παντοῦ καί πάντοτε ἡ εἰρήνη εἶναι σημεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. «Εἰρήνη ὑμῖν» εἶναι ὁ κοινότερος χαιρετισμός Του. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη ἡμῶν καί ὁ Μέγας Βασίλειος προσθέτει, ἑρμηνεύοντας τούς Ψαλμούς: «ὁ ζητῶν εἰρήνην Χριστόν ἐκζητεῖ», ἀφοῦ Ἐκεῖνος εἶναι πού ἔφερε τήν εἰρήνη ἀνάμεσα στά «ἐν τοῖς οὐρανοῖς» καί «τά ἐπί τῆς γῆς». Τό σωτήριο τοῦτο μήνυμα ἐπιμαρτυρεῖται στή ζωή τοῦ Ἰδίου, πάντων τῶν Ἁγίων καί ὅλων ὅσοι Τόν ἐδέχθησαν καί εἰρήνευσαν οἱ καρδιές τους. «Ἄρχοντα εἰρήνης» Τόν ὀνομάζει ὁ Προφήτης Ἠσαΐας. Τήν εἰρήνη πού προσφέρει στόν ἄνθρωπο ὁ Μέγας Βασίλειος τήν χαρακτηρίζει ὡς τήν «τελειοτάτη τῶν εὐλογιῶν». Ἀκόμη καί τό σύμπαν διατηρεῖται σέ ἰσορροπία καί ἁρμονία μέ τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ συνέχει ἐν εἰρήνῃ ὁλόκληρη τήν κτίση.
Ὁ Χριστός μέ τήν γέννηση, τήν διδασκαλία του, τήν πορεία, τήν θυσία καί τήν παρουσία του στή γῆ ἕνα σκοπό εἶχε: νά ἑνώσει καί νά εἰρηνεύσει τούς ἀνθρώπους μέ τόν Θεό. Καί τοῦτο ὄχι μέ κάποιον ἀφηρημένο θεωρητικό τρόπο, ἀλλά μέ τήν ἴδια του τήν σάρκα. Ἡ σάρκα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας πού τήν ἁγίασε μέ τό τίμιο Αἷμα Του. Στήν Ἐκκλησία ἔγινε πραγματικότητα ἡ εἰρηνική ἕνωση τῶν ἀνθρώπων, ἀρχικά τῶν Ἰουδαίων καί τῶν Ἐθνικῶν, τῶν Ποιμένων καί τῶν Μάγων, «ἐν ἑνί σώματι τῷ Θεῶ». Ὅταν ὁ Κύριός μας ἐγεννήθη, ὅταν ἐδίδαξε, ἐθαυματούργησε καί ἐν τέλει ἅπλωσε τά ἄχραντα χέρια του στόν Σταυρό, συμπεριέλαβε ὅλους τους ἀνθρώπους σέ μία ποίμνη, μία κοινωνία, μία κοινή πίστη, ἕνα Σῶμα, ἕνα ἅγιο ναό, τήν Ἐκκλησία Του, πού ξεκινᾶ ἀπό ἐδῶ, περνᾶ τούς οὐρανούς καί φθάνει μέχρι τά ἅγια τῶν ἁγίων του Παντοκράτορος Θεοῦ. Τό οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας δέχεται ὅλους τους ἀνθρώπους, τούς ἀναβιβάζει σέ συγκατοίκους τῶν Ἁγίων καί τῶν Ἀγγέλων, μέ πρῶτον ἀνάμεσά τους τόν Δομήτορά Της καί συγχρόνως ἀκρογωνιαῖο λίθο πού στηρίζει, συγκροτεῖ καί ἁγιάζει ὅλα τά μέλη, τόν Χριστό. Κι Ἐκεῖνος, ὡς Μέγας Ἀρχιερεύς, μᾶς κάνει κοινωνούς τοῦ κατοικητηρίου τοῦ Θεοῦ Πατρός Του, μέσα στήν εἰρηνεύουσα ζωοποιό Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ὑπήρξαμε ἐξόριστοι του Παραδείσου καί ἀποκομμένοι τῆς θείας ἀγάπης. Στό πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ διερρήξαμε τή σχέση μας μέ τόν Θεό. Ὅμως ἐγεννήθη Χριστός καί ἀνέτρεψε τά πάντα. Κατήργησε τήν ἀπόσταση πού χωρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό καί ἀξίωσε τήν ἀνθρώπινη φύση νά ἑνωθεῖ μέ τήν θεία. Ἀπάλλαξε τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τόν Νόμο πού χώριζε κίβδηλα τους ἀνθρώπους σέ Ἰουδαίους καί Ἐθνικούς, ἁμαρτωλούς καί ἐνάρετους. Πλέον δέν εἴμαστε ξένοι μεταξύ μας, ἀλλά ἀδελφοί ἐν Χριστῷ καί συμπολίτες τῶν Ἁγίων. Καί ὅλοι ἐμεῖς οἱ νεκροί καί ἀποστερημένοι ἀπό ἀγάπη, ἀπό πίστη, ἀπό ἐλπίδα, ἀπό ἐλευθερία, ἀπό δικαιοσύνη, ἀπό ἀλήθεια, ἀπό ζωή, ἐξήλθαμε στό φῶς τῆς Γεννήσεως καί τῆς ἐλεύσεως τῆς εἰρήνης ἐν τῷ κόσμω.
Δυστυχῶς, ἡ εἰρήνη γιά τήν λογική του κόσμου εἶναι μία εἰρήνη ἀνέφικτη, πού τελεῖ διαρκῶς ὑπό διαπραγμάτευση, ὑπό προϋποθέσεις, ἀστερίσκους καί ὑποσημειώσεις, μία ἐντός εἰσαγωγικῶν εἰρήνη. Οἱ σχέσεις μας δοκιμάζονται διά πυρός καί σιδήρου. Στό ὄνομά της κατακυριεύονται ἔθνη, ἐδάφη, ἄνθρωποι, ψυχές καί συνειδήσεις. Τήν ἴδια τήν εἰρήνη τήν θεωρεῖ ὁ πονηρός ἰδιοκτησία του καί τήν ἰδιοποιεῖται. Ὁ Θεός τῆς εἰρήνης, ὅμως, καθώς ψάλλεται στήν ὑμνολογία τῆς μεγάλης Ἑορτῆς πού πλησιάζει, ὀνομάζει υἱούς Του τούς εἰρηνοποιούς τοῦ κόσμου καί μακαρίζει τούς πράους ἀποκαλώντας τους κληρονόμους τῆς γής. Ὁ Χριστός κομίζει τήν εἰρήνη πού πηγάζει ἀπό τήν καρδιά μας, γιά νά ἁπλωθεῖ παντοῦ· τήν εἰρήνη τῶν γνήσιων τέκνων τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δέν χωρίζεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπᾶ οὐσιαστικά τόν Χριστό δέν ἔχει ἐχθρούς, διότι δέν ὑπάρχει κάτι πού νά τόν χωρίζει ἀπό τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό του. Ζεῖ ἁρμονικά μέ τόν ἑαυτό του, μέ τούς ἄλλους, μέ ὁλόκληρη τήν φύση γύρω του.
Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ δωρεά καί καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ἐκτός ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰρήνη οὐχ εὑρίσκεται», λέγει ὁ Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής. Πρόκειται ἑπομένως περί πνευματικῆς ἐμπειρίας ἡ ὁποία εἶναι ἀσύλληπτη γιά τόν ἀνθρώπινο νοῦ (Φιλιπ. 4, 7). Τῆς εἰρήνης τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔστιν ὅριον» (Ἡσ. 9, 7). Εἶναι ἐκείνη πού ἐπικρατεῖ ἀκόμη καί στίς δοκιμασίες, δίδοντας τήν ἐνίσχυση τῆς καρτερίας καί τῆς ἐλπίδος. Αὐτή τήν εἰρήνη, ἡ ὁποία «ἥνωσε τά τό πρίν διεστῶτα», τήν κλονισμένη σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, καί «κατέλυσε τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ», ἔφερε ὁ Χριστός στόν κόσμο. Κάθε λαός ἔχει τήν γλώσσα του, τήν ἱστορία του, τίς παραδόσεις του. Ὅλοι μαζί ὅμως ἀποτελοῦν ἐν εἰρήνῃ τήν Ἐκκλησία, τήν κοινή «ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς» Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος». Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν στηρίζεται στήν ἰδιοκτησία ἀγαθῶν οὔτε εἶναι «βρῶσις καί πόσις, ἀλλά δικαιοσύνη καί εἰρήνη καί χαρά ἐν πνεύματι ἁγίῳ» (Ρωμ. 14,17). «Οὐ γάρ ἐστιν ἀκαταστασίας ὁ Θεός ἀλλά εἰρήνης» (Α΄ Κορ. 14, 33). Ἡ σύγχυση, ἡ ἐμπάθεια, ἡ ὑποκρισία, ἡ ἀνειλικρίνεια, ἡ ἔλλειψη ἀγάπης, οἱ ἐγωκεντρικές ἐμμονές, ἡ ἀδυναμία συγχώρησης φανερώνουν ἐσωτερική ἀκαταστασία τῆς ψυχῆς πού εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τό εἰρηνικό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ πονηρός εἶναι πνεῦμα μίσους, πολέμου, ἔχθρας, ἔριδος καί ἀναταραχῆς, ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι Θεός τῆς εἰρήνης.
Ὅλα τά ἄλλα ἀγαθά δέν ἔχουν νόημα, ἐάν ἀπουσιάζει ἡ εἰρήνη. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παρομοιάζουν τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν μέ εὔδιο καί γαλήνιο λιμένα πέραν τοῦ κλύδωνος καί τῆς ταραχῆς τῶν κυμάτων. Διδάσκουν ὅτι ὁ Χριστός μᾶς ἔφερε εἰρήνη μέ τόν Θεό, εἰρήνη μέ τόν ἑαυτό μας καί εἰρήνη μέ τούς ἀνθρώπους. Εἰρήνη μέ τόν Θεό, ὅταν φυλάττουμε τίς ἐντολές του, οἱ ὁποῖες δέν εἶναι βεβαίως κοινά ἠθικά παραγγέλματα ἤ ρυθμιστικά προστάγματα. Εἰρήνη μέ τόν ἑαυτό μας, ὅταν ἔχουμε εἰρήνη στήν ψυχή μας, καί εἰρήνη μέ τούς ἄλλους, ὅταν κάνουμε τά πάντα γιά νά εἰρηνεύσουμε μέ τούς ἀδελφούς μας καί δέν τούς προξενοῦμε προσκόμματα. Ἡ εἰρήνη αὐτή εἶναι τό οὐσιωδέστερο περιεχόμενο τῆς προσωπικῆς μας σχέσεως μέ τόν Θεό, τούς ἀνθρώπους καί τόν κόσμο πού μᾶς περιβάλλει. Καί αὐτός ὁ πνευματικός δεσμός, μόνο ὅταν ἀναλύεται σέ σχέσεις εἰρήνης, κοινωνίας, ἐλευθερίας καί σύμπνοιας, πληρότητος καί ἀμοιβαιότητος, ὁλοκληρώνεται ἀληθινά καί ὁδηγεῖ στόν αὐθεντικό μας προορισμό. Εἰρήνη θά πεῖ νά ἐκφραζόμαστε ἐκκλησιαστικά, νά λειτουργοῦμε ἀπό κοινοῦ μέ ἐλευθερία, ἔμπνευση καί ἀγάπη καί ὄχι νά μεριμνᾶμε ἀποκλειστικά πρός ἴδιον ὄφελος, ὅπως οἱ διαιρέτες τοῦ ἄρραφου χιτῶνος τοῦ Κυρίου.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος τονίζει ὅτι «τοῦ μονογενοῦς ἔργον ἐγένετο τοῦτο, συναγαγεῖν τά διεστῶτα καί καταλλάξαι τά ἐκπεπολεμωμένα», δηλ. ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἦταν νά ἑνώσει τά χωρισμένα καί νά εἰρηνοποιήσει ὅσα πολεμοῦν μεταξύ τους. Ἕνας ἄλλος ἑρμηνευτής, ὁ ἱερός Θεοφύλακτος, θά πεῖ πώς εἰρηνοποιός εἶναι ἐκεῖνος πού ἐπιστρέφει τούς ἐχθρούς του Θεοῦ κοντά Του. Κι ἕνας ἄλλος ἀκόμη ἀπό τούς μεγάλους θεολόγους ἀσκητές, ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, λέγει ὅτι ὅποιος εἰρηνεύσει μέ τόν ἑαυτό του, θά εἰρηνεύσει μαζί του ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ.
Γινόμαστε πρᾶοι καί εἰρηνοποιοί μέ τήν προσευχή, μέ τήν ὑποχώρηση, μέ τήν ἀγαθότητα, μέ συγκεκριμένες πράξεις. Χρειάζεται πάντοτε ἀγώνας γιά νά διατηροῦμε φωτεινές τίς ψυχές μας καί νά μήν φτωχαίνουμε πνευματικά μπροστά στά ἀδιέξοδα καί τίς σύγχρονες εἰκόνες τοῦ ᾅδου. Ἡ ψυχική τυφλότητα, ἡ μανία καί ἡ ὑπεροψία τῆς ἰσχύος τῶν ὅπλων εἶναι ἀπότοκα τῆς ἀπόλυτης ἀπομάκρυνσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό, ἡ ὁποία προξενεῖ θηριωδίες καί ἱστορικά ἀνοσιουργήματα. Ἡ τραγικότητα τοῦ πολέμου καταρρακώνει τούς ἀνθρώπους καί τούς καταβιβάζει στό ἐπίπεδο ἀπρόσωπων ἀτόμων. Ἡ βία εἶναι πάντα ἀπάνθρωπη. Ὅταν λείπει ἡ ἀληθινή πίστη, τά λόγια μοιάζουν κενά καί οἱ πράξεις ἀποκτοῦν ἰδιαίτερη βιαιότητα. Ἀπειλή τῆς εἰρήνης εἶναι καί τό νά μήν ὑπάρχει ἀληθινή ἐπικοινωνία μεταξύ μας, νά νιώθουμε ξένοι ὁ ἕνας πρός τόν ἄλλον, μέ ἀποτέλεσμα νά διατυπώνονται λόγοι στό κενό. Ἰδεολογίες ἔρχονται καί παρέρχονται, ὡστόσο δέν ἀναπαύουν τόν ἄνθρωπο, διότι πάντοτε ἐκεῖνος θά ἐπιθυμεῖ τό ἀσύλληπτο καί ἀνθρωπίνως ἀνέφικτο, τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δέν μᾶς δόθηκε ὡς στατική ἰδιότητα, ἀλλά ὡς χάρισμα καί εὐλογία ἡ ὁποία χαρίζεται διαρκῶς.
Χριστός γεννᾶται καί ἐμεῖς γινόμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ τῆς εἰρήνης καί τῆς καταλλαγῆς. Ἄς εὐχηθοῦμε ἡ θεία εἰρήνη νά ἀναγεννηθεῖ καί νά σκηνώσει ἐντός μας. Νά μᾶς ἀξιώσει νά τήν ἀναζητοῦμε ἐσαεί καί, ὅταν μᾶς ἀποκαλυφθεῖ στήν πληρότητά της, νά τήν κρατήσουμε μόνιμα κι ἀναφαίρετα.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2015
Μέ πατρικές εὐχές
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ο ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ ΜΑΡΚΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου