Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν ἀπὸ τὴν Λάμψακο τῆς Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Γορδιανοῦ (238-244), Φιλίππου καὶ Δεκίου. Φτωχότατος στὴν παιδική του ἡλικία, ἀναγκάσθηκε γιὰ κάποιο καιρὸ νὰ βόσκει χῆνες, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ζήσει. Ἐνῷ ἐξασκοῦσε τὴν ταπεινή του δουλειά, συγχρόνως μελετοῦσε καὶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ μὲ πολὺ ζῆλο ἐκτελοῦσε τὰ θρησκευτικά του καθήκοντα. Ἡ Ἁγία Γραφή, ποὺ διάβαζε ὁ Τρύφων, μεταξὺ ἄλλων λέει: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Ποὺ σημαίνει, ὁ Θεὸς τίθεται ἀντιμέτωπος στοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ταπεινοὺς ὅμως δίνει χάρη. Πράγματι, ὁ ταπεινὸς Τρύφων μὲ τὴν εὐσεβῆ φιλομάθειά του ἔγινε σιγὰ-σιγὰ ἱκανὸς ὄχι μόνο νὰ ξέρει πολλὰ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ διδάσκει. Τόσο δὲ εὐνοήθηκε ἀπὸ τὴν θεία χάρη, ὥστε καὶ ἀσθένειες θεράπευε θαυματουργικά. Μάλιστα, ὁ βασιλιὰς Γορδιανός, ὅταν ἔμαθε αὐτὰ γιὰ τὸν Τρύφωνα, ἔστειλε καὶ τὸν ἔφεραν νὰ θεραπεύσει τὴν ἄῤῥωστη κόρη του. Πράγματι, τὴν θεράπευσε καί, ἀφοῦ ἀρνήθηκε τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματα ποὺ τοῦ πρόσφερε ὁ Γορδιανός, ἔφυγε εὐγενικά.
Στὴν ἐποχή, ὅμως, τοῦ Δεκίου (249-251), ὁ Τρύφων συλλαμβάνεται. Ὁμολογεῖ θαῤῥαλέα τὸ Χριστό, καὶ χωρὶς νὰ φοβηθεῖ, ἐκφράζεται φλογερὰ κατὰ τῆς εἰδωλολατρείας. Τότε ὁ ἔπαρχος τῆς Ἀνατολῆς Ἀκυλῖνος, στὴ Νίκαια, διατάζει καὶ τὸν δέρνουν σκληρά. Κατόπιν τὸν δένουν σ᾿ ἄλογο καὶ σὲ καιρὸ χειμῶνα, τὸν σύρουν κατὰ γῆς σὲ δύσβατα καὶ τραχέα μέρη. Ἔπειτα τὸν σύρουν γυμνὸ ἐπάνω σὲ σιδερένια καρφιά, καῖνε τὶς πλευρές του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες καὶ τέλος τὸν καταδικάζουν σὲ ἀποκεφαλισμό. Ἀλλὰ πρὶν ἀποκεφαλιστεῖ, παραδίδει στὸν Θεὸ τὴν μακάρια ψυχή του.
Ἡ ἑορτή του ἐτελεῖτο στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας τοῦ Θεοῦ Σοφίας, στὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τρυφὴν τὴν ἀκήρατον, ἰχνηλατῶν ἐκ παιδός, βασάνους ὑπήνεγκας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἤθλησας ἄριστα ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύτρωσαι πάσης βλάβης, καὶ παντοίας ἀνάγκης, Τρύφων Μεγαλομάρτυς, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε ἐν τὴ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἠμῶν, ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταὶς ἰκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς
Τριαδικὴ στερρότητι, πολυθεΐαν ἔλυσας ἐκ τῷ περάτων Ἀοίδιμε, τίμιος ἐν Κυρίῳ γενόμενος, καὶ νικήσας τυράννους ἐν Χριστῷ, τῷ Σωτήρι τὸ στέφος εἴληφας τῆς μαρτυρίας σου, καὶ χαρίσματα θείων ἰάσεων, ὡς ἀήττητος.