Η ιστορία ενός μικρού αγριολούλουδου που θεωρούνταν εξαφανισμένο από το 1795 και τώρα ξαναβρέθηκε στη Χίο είναι ενδεικτική των επιθέσεων που δέχεται η μοναδική χλωρίδα της χώρας μας, αλλά και των ευκαιριών που προσφέρονται για τη διατήρησή της
ΙΩΑΝΝΑ Α. ΣΟΥΦΛΕΡΗ | Σάββατο 3 Απριλίου 2010 (TO BHMA)
Μπορεί το όνομα Βongardia chrysogonum να μη μας λέει πολλά, αλλά η ομορφιά αυτού του αγριολούλουδου που θεωρούνταν χαμένο για αιώνες ίσως πείσει τους ευαίσθητους σε θέματα φύσης Χιώτες να το υιοθετήσουν
Τώρα που ο καιρός αρχίζει να ευνοεί τις βόλτες στην εξοχή, παρατηρείτε καθόλου τα ανθισμένα φυτά; Γιατί μη μου πείτε ότι δεν έλκει το βλέμμα ένα χωράφι γεμάτο κατακόκκινες παπαρούνες. Ή ότι δεν σας προκαλεί ευφορία το φίνο άρωμα της πασχαλιάς. Πόσο μακριά όμως πάει το ενδιαφέρον σας για τα φυτά; Είστε, παραδείγματος χάριν, σε θέση να αναγνωρίσετε την άγρια ρίγανη από το θυμάρι όταν αναζητήσετε την προέλευση του αρώματος που έφτασε στη μύτη σας; Ή είστε ο τύπος που και στον μανάβη αδυνατεί να ξεχωρίσει τον μαϊντανό από το σέλινο; Σε μια χώρα με τεράστιο φυτικό πλούτο όπως η Ελλάδα (π.χ., ο αριθμός των φυτικών ειδών μόνο της Κρήτης ξεπερνά αυτόν του συνόλου της Αγγλίας!) θα περίμενε κανείς ότι το εθνικό σπορ των Ελλήνων θα ήταν να γεμίζουν φυτολόγια με σπάνια δείγματα. Αλλά δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι: μακράν του να ασχολούμαστε με τον φυτικό πλούτο της χώρας μας, στην καλύτερη περίπτωση τον προσπερνούμε αδιάφορα, αν, στη χειρότερη, δεν τον ποδοπατούμε κιόλας. Ευτυχώς για την ελληνική χλωρίδα όμως υπάρχουν άνθρωποι που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στη μελέτη της. Ενας από αυτούς είναι ο δανός καθηγητής Αrne Strid, ο οποίος από το 1964 και μετά πραγματοποιεί συνεχώς ταξίδια στη χώρα μας προς χάριν της χλωρίδας της. Του μιλήσαμε με αφορμή πρόσφατο άρθρο του σχετικά με την επανεύρεση στη Χίο ενός αγριολούλουδου, η τελευταία αναφορά για το οποίο χρονολογείται από το 1795! Και μάθαμε ότι δεν πρόκειται για το μόνο που θεωρήθηκε χαμένο και ξαναβρέθηκε αιώνες μετά!
Οι λάτρεις της ελληνικής χλωρίδας
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο δανός καθηγητής ήλθε στη χώρα μας ως φοιτητής, ύστερα από προτροπή του καθηγητού του που θεωρούσε (ορθώς) ότι τα νησιά του Αιγαίου ήταν το ιδανικό περιβάλλον για τη μελέτη της εξέλιξης των ειδών, φυτικών και ζωικών. Οπως εξήγησε ο καθηγητής Strid, «η γεωλογική ιστορία των νησιών είναιγνωστή και επιτρέπει την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων σχετικά με την εξέλιξη. Παραδείγματος χάριν,πολλά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου ήταν ενωμένα με την Ανατολία κατά την τελευταία περίοδο των παγετώνων, δηλαδή σχετικά πρόσφατα.Αντίθετα,τα είδη της Κρήτης εξελίχθηκαν απομονωμένα επί πολύ μεγαλύτερο διάστημα».
Ο κ. Strid αποτελεί συνεχιστή μιας μακράς παράδοσης ξένων και ελλήνων εξερευνητών που αναζήτησαν και περιέγραψαν την ελληνική χλωρίδα. Κατά τον ίδιο, «η περίοδος από το 1840 ως το 1860 ήταν η χρυσή εποχή της ελληνικής βοτανικής.Δύο από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της περιόδου ήταν ο Θεόδωρος Χελδράιχ (Τheodor von Ηeldreich) και ο Θεόδωρος Ορφανίδης.Ο Χελδράιχ είχε γεννηθεί στη Δρέσδη και έφτασε στην Αθήνα σε ηλικία 20 ετών,με το κύμα αξιωματούχων και επιστημόνων που ακολούθησε τον Οθωνα.Παρέμεινε στην Ελλάδα ως το τέλος της ζωής του (60 χρόνια),ταξίδεψε σε όλη τη χώρα και έκανε τις περισσότερες βοτανικές ανακαλύψεις από οποιονδήποτε άλλον πριν ή ύστερα από αυτόν.Εξίσου σημαντικό είναι και το έργο του Ορφανίδη,ο οποίος έκανε ορισμένες πολύ σημαντικές ανακαλύψεις.Ο Ορφανίδης είχε κάνει σπουδές στο Παρίσι και έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Σίγουρα θα είχε προσφέρει περισσότερα στη μελέτη της ελληνικής χλωρίδας αν δεν είχε πεθάνει πρόωρα ».Εξελικτικός πλούτος υπό απειλή
Βαδίζοντας στα χνάρια (κυριολεκτικά και μεταφορικά) των Χελδράιχ και Ορφανίδη, ο καθηγητής Strid έχει (ξανα)ανακαλύψει φυτά που θεωρούνταν εξαφανισμένα. Ισως όμως και να πρόκειται για φυτά που κανένας δεν είχε προσέξει για αιώνες. Σύμφωνα με τον κ. Strid, «υπάρχουν μάλλον λίγες περιπτώσεις εξαφάνισης φυτών από την ελληνική χλωρίδα.Σε σύνολο 5.800 φυτών, περίπου 750 είναι ενδημικά της Ελλάδας,δεν εντοπίζονται δηλαδή πουθενά αλλού. Πολλά από αυτάείναι σπάνια υπό την έννοια ότι μπορεί να περιορίζονται σε ένα και μόνο βουνό ή ένα και μοναδικό νησί, αλλά τα περισσότερα από αυτά εμφανίζονται σε ικανές ποσότητες και δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι απειλούνται.Αυτό ισχύει γιασχεδόν όλα τα ορεινά ενδημικά είδη τα οποία ζουν σε οικοσυστήματα με μικρή ανθρώπινη παρέμβαση.
Αντίθετα,είδη τα οποία αναπτύσσονται σε αμμώδεις παραλίες,αγροτικά οικοσυστήματα και υδροβιότοπους χαμηλών υψομέτρων κινδυνεύουν γενικά περισσότερο από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις που αλλάζουν το τοπίο.Παραδείγματος χάριν, από τη δημιουργία τουριστικών εγκαταστάσεων,την αλλαγή καλλιεργητικών τεχνικών ή την αποξήρανση ελών.Αν και τα περισσότερα από τα είδη που ζουν σε τέτοια περιβάλλοντα είναι ευρέως διαδεδομένα,υπάρχουν ορισμένα ενδημικά τα οποία σήμερα διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο εξαφάνισης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το είδος Αstragalus graecus,το οποίο κατά τον 19ο αιώνα ήταν κοινό στα χωράφια της Αττικής. Οι περισσότεροι από τους βιοτόπους του είναι τώρα καλυμμένοι από την άσφαλτο της πρωτεύουσας. Η τελευταία αναφορά στο είδος αυτό χρονολογείται από το 1947 και σήμερα έχει μάλλον εξαφανιστεί».
Η μαστίχα έσωσε την Βongardia
Εξαφανισμένο για τουλάχιστον 200 χρόνια θεωρούνταν και το είδος Βongardia chrysogonum. Σύμφωνα με το άρθρο του καθηγητή Strid στην επιθεώρηση «Ρhytologia Βalcanica» [τεύχος 15(3), σελ. 337-342], το είδος είχε αναφερθεί στο νησί της Χίου από τον Οlivier το 1795. Ο Strid το ανακάλυψε αρχικά τη δεκαετία του 1990 στις άκρες ενός χωραφιού στη Βόρεια Πελοπόννησο, αλλά όταν το αναζήτησε μερικά χρόνια αργότερα το χωράφι ήταν χέρσο, διάφορα αγριόχορτα είχαν καλύψει την περιοχή και το σπάνιο φυτό δεν ήταν πια εκεί. Για καλή του τύχη όμως το Βongardia chrysogonum ενδημούσε ακόμη στη Χίο και συγκεκριμένα στις παρυφές των μαστιχοχώραφων. Πιθανόν το κλειδί για την επιβίωσή του να ήταν ακριβώς αυτό: «Το Βongardia chrysogonum είναι ένα κονδυλόριζο φυτόκαι οι κόνδυλοί του βρίσκονται βαθιά στο έδαφος, έτσι ώστε να προστατεύονται από τις αρώσεις. Τα μαστιχοχώραφα δεν απαιτούν βαθιές αρώσεις και το φυτό βρήκε καταφύγιο σε αυτά». Θα είναι άραγε πιο τυχερό το Βongardia chrysogonum των μαστιχοχώραφων; Το άρθρο του δανού καθηγητή τελειώνει με την εξής φράση: «Η καλύτερη ελπίδα του φυτού για την επιβίωσή του φαίνεται πως θα ήταν να υιοθετηθεί από τους μαστιχοπαραγωγούς της Νότιας Χίου ως έμβλημά τους». Να, μια καλή ιδέα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου