Πρός
Τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς καθ' ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Θέμα: «Πασχάλιος Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος».
«Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν,
οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον,
ἀλλ’ ἀφθαρσίας πηγήν,
ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ,
ἐν ᾧ στερεούμεθα.»
(Εἱρμός τῆς γ΄ ᾠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Πάσχα)
Χριστός Ἀνέστη!
Κανένα ἄλλο ὑμνολογικό κείμενο δέν ἐκφράζει μέ τόση δύναμη καί ἀκρίβεια τή λυτρωτική καί ὑπαρξιακή διάσταση τῆς Ἀναστάσεως, ὅσο ὁ ἀνυπέρβλητος Κανόνας τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ. Πρόκειται γιά ἀριστούργημα τῆς χριστιανικῆς ποιήσεως καί ἕνα ἀπό τά πιό ἔξοχα κείμενα τῆς πατερικῆς φιλολογικῆς παραγωγῆς. Μία ἐξαίσια σύνθεση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες τή γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας. Συνιστᾶ τή φωνή τῆς ὀρθόδοξης ψυχῆς, ἡ ὁποία ταυτοχρόνως θεολογεῖ καί διδάσκει, «γνωρίζει», δηλαδή βιώνει, ἐξυμνεῖ καί ἐκφράζει τό μυστήριον τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ποιητικός λόγος τοῦ Δαμασκηνοῦ ἀναγγέλλει στόν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς «τό φαιδρόν της ἀναστάσεως κήρυγμα», τῆς καταργήσεως τοῦ θανάτου, τῆς πληρότητος τῆς ζωῆς, τοῦ θριάμβου τῆς συνεγέρσεως. Κυρίως ὅμως συγκεφαλαιώνει τίς διαστάσεις τῆς ἀναστάσιμης χαρᾶς, μᾶς προσφέρει τόν τρόπο καί τίς βάσεις γιά τή θέα τοῦ Ἀναστάντος, καί καλεῖ τόν ἄνθρωπο σέ ὑπέρβαση τῆς φθορᾶς μέ τό ὅραμα καί τή βεβαιότητα τῆς μετοχῆς «ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας» Του.
Ἕνα κύριο στοιχεῖο πού παρατηρεῖ κανείς σέ αὐτόν τόν ὕμνο εἶναι οἱ ἀναστάσιμες προτυπώσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού εἶναι διάχυτες σέ ὅλα τά τροπάρια τοῦ Κανόνος. Ἡ πρώτη παλαιοδιαθηκική προτύπωση, στόν εἱρμό τῆς α΄ ᾠδῆς, ἀναφέρεται στή λέξη Πάσχα. Ὁ νεός Ἰσραήλ τῆς Χάριτος ἀναμέλπει τόν ὕμνο τοῦ θριάμβου, ἀφοῦ ὁ Ἀναστάς Κύριος «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γής πρός οὐρανόν ἡμᾶς διεβίβασεν».
Δεύτερη κατά σειρά ἀναστάσιμη προτύπωση εἶναι τό «καινόν πόμα, οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον», καθώς ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Προτρέπει τούς πιστούς, ὅπως οἱ Ἰσραηλίτες ἤπιαν νερό πού ἀνέβλυσε ἀπό τήν ἄνυδρη καί ἄγονη πέτρα τῆς ἐρήμου, νά κοινωνήσουν ἀπό τήν πηγή τῆς ἀφθαρσίας «πόμα καινόν», πού εἶναι ὁ Ἀναστάς Χριστός. Σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες εἶχαν καταβληθεῖ ἀπό τή δίψα τῆς ἐρήμου, ὁ Μωυσῆς ἔπληξε μέ τή ράβδο του μίαν ἄγονη πέτρα, ὅπως τοῦ εἶχε ὑποδείξει ὁ Θεός καί ἔρρευσε μέ θαυμαστό τρόπο ἄφθονο νερό (Ἐξ. 17, 1-7). Τό γεγονός αὐτό, τό «ὕδωρ ἐκ πέτρας» προτυπώνει τό «καινόν πόμα», πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν ζωηφόρο τάφο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ θεῖος ὑμνῳδός χαρακτηρίζει τόν ὄλβιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ «ἀφθαρσίας πηγήν». Πρόκειται ἐπίσης γιά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό κατεξοχήν πασχάλιο δεῖπνο τῆς Ἐκκλησίας, πού προσφέρεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν αἰώνιον». Δι’ αὐτοῦ ὁ πιστός ζεῖ τό Πάσχα, τήν διαπόρευση καί μετάβαση στήν πραγματικότητα μιᾶς νέας ζωῆς, τήν ἀφετηρία καί ἀπαρχή τῆς αἰωνίου βιοτῆς.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρῶτος δίδαξε ὅτι τό θαῦμα τοῦ Μωυσέως στήν ἔρημο ὑπῆρξε προτύπωση τοῦ Χριστοῦ: «...οἱ πατέρες μας… ὅλοι ἔφαγαν τήν ἴδια πνευματική τροφή καί ὅλοι ἤπιαν τό ἴδιο πνευματικό ποτό (πόμα πνευματικόν). Διότι ἔπιναν ἀπό πνευματική πέτρα πού τούς ἀκολουθοῦσε, καί αὐτή ἡ πέτρα ἦταν ὁ Χριστός» (Α΄ Κορ., 10, 1-4). Οἱ Χριστιανοί, ὁ νέος Ἰσραήλ, πίνουμε πλέον τό «καινόν πόμα», τό ὁποῖο δέν ἀναβλύζει ἀπό ἄγονο βράχο, ἀλλά ἀπό τόν ζωοδόχο Τάφο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀληθινή ζωή δέν μπορεῖ παρά νά προέρχεται ἀπό τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν ἴδιο τόν Θεό. Τό πόμα αὐτό εἶναι καινό, καθώς δέν προέρχεται ἀπό τή φυσική τάξη, οὔτε ἐμφανίστηκε προηγουμένως ἐπί γῆς. O εἱρμός τῆς γ΄ ᾠδῆς τελειώνει μέ τή φράση «ἐν ᾧ στερεούμεθα»: ὁ Χριστός καί ἡ Ἀνάστασή Του ἀποτελοῦν τό θεμέλιό της χριστιανικῆς πίστεως.
Στό α΄ τροπάριό της η΄ ᾠδῆς, σημειώνεται περί τοῦ «καινοῦ της ἀμπέλου γενήματος», ὅτι τοῦτο εἶναι ἄλλος πνευματικός οἶνος: «Δεῦτε τοῦ καινοῦ της ἀμπέλου γεννήματος τῆς θείας εὐφροσύνης ἐν τῇ εὐσήμῳ ἡμέρᾳ τῆς ἐγέρσεως βασιλείας τε Χριστοῦ κοινωνήσωμεν, ὑμνοῦντες αὐτόν ὡς Θεόν εἰς τούς αἰῶνας». Διά στόματος τοῦ ἱεροῦ μελῳδοῦ, ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τούς πιστούς νά κοινωνήσουν τό «καινόν γένημα τῆς ἀμπέλου», τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, μέ τό ὁποῖο οἱ μεταλαμβάνοντες ἁγιάζονται καί ἀνακαινίζονται. Τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὁ ἄξονας τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, συνιστᾶ ὁμοίως «πηγήν ἀφθαρσίας».
Κατά τήν ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία, δοξολογοῦμε «Χριστόν τόν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν» καί μέ τήν ἱερουργία τῆς ἀναίμακτης θυσίας «πίομεν πόμα καινόν», ἀναστάσεως καί ζωῆς. Εἶναι τό ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ σταυρωθέντος καί ἀναστάντος Σωτῆρος ἐκχυθέν αἷμα καί ὕδωρ –τό βάπτισμά μας στήν ὄντως Ζωή: «Ὡς ἔπληξε Μωσῆς ὁ θεράπων σου, ράβδῳ τήν πέτραν τυπικῶς, τήν ζωοποιόν σου Πλευράν προδιετύπου, ἐξ ἧς πάντες πόμα ζωῆς, Σωτήρ, ἀντλοῦμεν». Εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, «τό ὑπέρ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Εἶναι τό πόμα τοῦ δείπνου τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μή πίω ἐκ τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτό πίνω καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ» (Μαρκ. 14, 25· πρβλ. Ματθ. 26, 29· Λουκ. 22, 18). Τήν πρόγευση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας λαμβάνουμε κατά τή συμμετοχή μας στό Κυριακό δεῖπνο, τή θεία Εὐχαριστία: «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον, καί ἐγώ ἀναστήσω αὐτόν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰω. 6, 54). Γευόμεθα τοῦ ἑνός Ἄρτου, ὁ ὁποῖος εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί τοῦ ἑνός Ποτηρίου, τοῦ περιέχοντος τό καινόν τῆς ἀμπέλου γέννημα, τό ὁποῖον εἶναι Αἷμα Χριστοῦ τό ἐκχυθέν, ἐκ τῆς ἀκηράτου Αὐτοῦ πλευρᾶς καί πληροῦν ἡμᾶς «εἰς πάντας ἁρμούς, εἰς νεφρούς, εἰς καρδίαν».
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ οἶνος ὁ σωτήριος, ὁ οἶνος ὁ μυστικός, ὁ ὁποῖος ἀναβλύζει ἀπό τήν Θεοτόκο. Εἶναι ἡ ἄμπελος τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστός στόν Μυστικό Δεῖπνο λέγει στούς μαθητές του: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα» (Ἰω. 15, 5). Καί ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ, ἡ ἑνότητα τῶν πιστῶν ὑπογραμμίζεται μέ τήν κοινωνία τοῦ κοινοῦ ποτηρίου. Μέ τήν κοινωνία αὐτή ὁ ἄνθρωπος γίνεται κλάδος τῆς ἀληθινῆς ἀμπέλου. Κοινωνεῖ τόν εὐχαριστηριακό ἄρτο τῆς ζωῆς καί πόμα καινόν ἐκ τοῦ ἱεροῦ κρατῆρος. Βιώνει τό μυστήριον τῆς ζωῆς καί τῆς ἑνότητος ἐν Χριστῷ, τό Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας, τήν πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό πόμα τῆς Ἀναστάσεως, τό ὁποῖον ὁδήγησε στήν χριστιανική πίστη ὄχι μόνον ἕνα λαό, ἀλλά ἔθνη πολλά καί πολλούς λαούς. Εἶναι πόμα δυνάμεως, πέραν τῆς ἀγωνίας τοῦ πικροῦ ποτηρίου τοῦ θανάτου, πέραν τῶν δακρύων τῆς δοκιμασίας καί τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ ὑμνολογία μας τό ὀνομάζει «πόμα ζωῆς», «πόμα τό ἀθάνατον», «πόμα τό πηγάσαν ὕδωρ τῆς ἀφέσεως», «πόμα κατανύξεως», «πόμα ὑπέρ λόγον», «πόμα θείου ὕδατος», «νάμα ζωῆς», «ὕδωρ ζωῆς καί δυνάμεως καί σοφίας», «πόμα πνευματικόν», «θεῖον ὕδωρ», «ζωήρρυτον πόμα», «πόμα ἰαμάτων», «πόμα νοητόν τό τῆς γνώσεως», «θεῖον καί νηφάλιον πόμα», «πόμα Κυρίου», «πόμα δικαιοσύνης», «πόμα ἀληθείας», «πόμα τό ζωοποιόν». Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος γίνεται γιά τήν Ἐκκλησία «ποταμός ἐκ Παραδείσου», «κιβωτός τῆς διαθήκης», «φωστήρ», «λυχνία», «ἄρτος ζωῆς», «θεία τράπεζα», «ποτήριον θείου πόματος».
«Ὕδωρ ἐκ πέτρας» ἀνέβλυσε ἀπό τόν ἄνυδρο βράχο. Τό «καινόν πόμα», τό «ὕδωρ τό ζῶν» εἶναι ὁ Χριστός. Μέ ὁρμή ἀποκύλισε τόν λίθο καί ἀνέβλυσε μέσα ἀπό τόν Τάφο σάν ποταμός ἀθανασίας. Ὁ Κύριος ὁδηγεῖ τόν νέο Ἰσραήλ, τόν λαό τοῦ Θεοῦ, τήν Ἐκκλησία. Γίνεται ὁ Ἴδιος βράχος, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἐπλήγη ἀπό τή λόγχη, ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ (Ἰω. 19, 34). Αὐτά τά ἀείζωα δῶρα τοῦ Χριστοῦ εἶναι πού ξεδιψοῦν τήν Ἐκκλησία στήν πορεία Της πρός τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
«Ἐάν τίς διψά ἐρχέσθω πρός μέ καί πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 38). Ἐάν ἡ σωματική δίψα ἀποτελεῖ γιά τόν ἄνθρωπο βασική ἀνάγκη, ἐξ ἴσου οὐσιώδης εἶναι ἡ ψυχική καί πνευματική δίψα. Στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς του, ὁ ἄνθρωπος διψᾶ γιά ἀγάπη καί ἀλήθεια· διψᾶ γιά τόν ἴδιο τόν Θεό. Τό στοιχεῖο τοῦ ὕδατος παραπέμπει στή ζωογόνο δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἀναβλύζει ἀπό τήν ἀναγεννημένη καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσφέρεται ἀδιάλλειπτα, σταθερά κι ἀνεξάντλητα. Εἶναι τό «ζῶν ὕδωρ», τό ὁποῖο δίνει στόν ἄνθρωπο μετοχή στή ζωή τοῦ Θεοῦ. Τό πνεῦμα καί τό ὕδωρ ἀποτελοῦν θεμελιώδη ζωοποιά στοιχεῖα στή δημιουργία καί τήν ἀναδημιουργία τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου, τῆς φυσικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς του: «Ἐάν μή τίς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καί πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Ἡ πίστη καί ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ ἐνέργεια αὐτή διαχέεται διαρκῶς μέσα στό Σῶμα Της· ἀνακαινίζει τό «πρόσωπο τῆς γῆς», ἀναπλάθει τόν ὅλον ἄνθρωπο καί μεταμορφώνει ὅλον τόν κόσμο. Δέν συνιστᾶ μυστήριον πού τελεσιουργεῖται θεωρητικῶς, σέ ἐπίπεδο ἰδεῶν, ἀλλά «πρᾶξιν εἰς ἐπίβασιν θεωρίας». Τοῦτο συνίστα τό μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας στούς πρώτους αἰῶνες της καί σέ ὅλους τους καιρούς. Μίλησε στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδή ἔσβησε τήν ὑπαρξιακή του δίψα.
Εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ· ὁ ἀσπασμός τῆς συγγνώμης καί τῆς συμφιλιώσεως· ἡ νίκη ἐπί τῆς φθορᾶς· ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς ἀναστάσεως· τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς γιά κάθε ἄνθρωπο· ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης πού συγχωρεῖ, πού μοιράζεται καί θυσιάζεται γιά τούς ἄλλους. Εἶναι ἡ προσωπική συμμετοχή μας στό Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας, τήν πασχάλιο Τράπεζα τῆς Εὐχαριστίας.
Ζοῦμε μέσα στήν ἐλευθερία καί τή χάρη τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ ἤ παραμένουμε ἀκόμη αἰχμάλωτοι στή γῆ τῆς δουλείας; Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει ἐπιγραμματικά: «Πάσχα εἶναι ἡ προσφορά τῆς Εὐχαριστίας καί ἡ μυστική θυσία πού γίνεται σέ κάθε σύναξη». Ὅλα μέσα στήν Ἐκκλησία μας, ἡ πίστη, ἡ λατρεία, ἡ ζωή Της, θεμελιώνονται στήν Ἀνάσταση, τήν πηγή ἀπό τήν ὁποία ἀναβλύζει ἡ ἀληθινή ζωή. Εἶναι ἡ ταυτότητά μας ὡς Χριστιανῶν· ἡ πληρότητα τῆς ψυχῆς μας· τό θεμέλιο στό ὁποῖο κτίζουμε τίς σχέσεις μας μέ τούς ἄλλους· ἡ δύναμη πού ἐμπνέει καί διαμορφώνει τό ἦθος μας. Εἶναι στάση ζωῆς, ἔμπρακτο βίωμα. Βιώνουμε τό Πάσχα ὡς γεγονός προσωπικό: τή διάβαση ἀπό τήν πνευματική δουλεία στήν ἐλευθερία πού χαρίζει στά τέκνα Του ὁ Θεός· τήν ἀπαλλαγή μας ἀπό τήν πνευματική νεκρότητα καί τή ζωοποίησή μας διά τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ· τή διάβαση ἀπό τή μόνωση τοῦ ἐγωισμοῦ στά οὐσιώδη τῆς κοινωνίας μέ τούς ἀδελφούς μας.
Ὅσο καί ἐάν ἡ πραγματικότητα πού μᾶς περιβάλλει εἶναι ζοφερή· ὅσο καί ἐάν ἀγωνιοῦμε γιά τό αὔριο· ὅσο καί ἐάν πολλοί συνάνθρωποί μας ὑφίστανται τή στέρηση, τό πικρότατον τοῦτο ποτήριον· ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι καί παραμένει ἡ πηγή τῆς χαρᾶς καί τῆς ἐλπίδας, γιά μᾶς πού πιστεύουμε καί γιά τόν κόσμο ὁλόκληρο.
Ἀναφέρει ἡ θεία Γραφή ὅτι ὁ Χριστός εἶναι «ὁ Ἄρτος τῆς Ζωῆς», «ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς», καθώς καί τό «καινόν πόμα», εἰς κοινωνίαν τοῦ ὁποίου μᾶς καλεῖ ὁ ἱερός Δαμασκηνός τή νύκτα τῆς Ἀναστάσεως. Ἄνευ ἄρτου καί ὕδατος καί ἄλλης τοῦ σώματος τροφῆς ἀποβαίνει ἀδύνατη ἡ διατήρηση τῆς σωματικῆς ζωῆς. Ὁμοίως καί «ὁ μή τρώγων» τόν οὐράνιον ἄρτον καί «μή πίνων τό αἷμα τοῦ Κυρίου, οὐκ ἔχει ζωήν ἐν ἑαυτῷ». Κατά τήν Εὐχαριστία οἱ πιστοί «τήν ζωήν τρώγουσι, τήν ζωήν πίνουσι», ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος. Τήν πρόγευση τῆς μακαριότητος τῆς καινῆς ζωῆς, τήν ὁποία βιώνουμε σέ κάθε εὐχαριστιακή Σύναξη, γεύεται ἡ πάντοτε διωκομένη Ἐκκλησία μας, διά τῆς ὁποίας κοινωνοῦμε τό ποτήριον τῆς Ζωῆς, «τόν ποτιμώτατον οἶνον τοῦ Θεοῦ».
Ἀνάσταση σημαίνει πίστη στή ζωή: στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, στήν ἀναστημένη ζωή. Στήν Ἐκκλησία ἁγιάζεται καί μεταμορφώνεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Κάθε ὥρα καί στιγμή τοῦ βίου μας γίνεται Πάσχα, δίοδος «ἐκ θάνατου πρός ζωήν». Ὅλοι προστρέχουμε στήν Ἐκκλησία γιά τήν Ἀνάσταση. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ εὐλογημένη γῆ, ἡ χριστιανική Μητέρα μας, ἡ ὁποία μᾶς γεννᾶ καί μᾶς ἀνασταίνει. Ὅποιος δέν ἔχει Μητέρα τήν Ἐκκλησία, δέν μπορεῖ νά ἔχει καί τόν Θεό Πατέρα. Εἶναι τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὅπου φυτεύεται ὁ νέος, καινός ἄνθρωπος στόν Παράδεισο τῆς Χάριτος καί τρέφεται μέ τόν καρπό τοῦ δέντρου τῆς ζωῆς. Εἶναι οἶκος τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπου ὁ ἄνθρωπος εὑρίσκει τόν ἑαυτό του καί πραγματοποιεῖ τή ζωή στήν πληρότητά της. Εἶναι ἡ ἴδια μας ἡ ζωή, ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, ἐκτός τῆς φθορᾶς καί τῆς ματαιότητος, τῆς ἀλογίας καί τοῦ θανάτου. Εἶναι ἡ λύτρωση καί ἡ σωτηρία γιά μᾶς καί ὅλους ἐκείνους, τούς ὁποίους οἱ ἰδέες, οἱ ἰδεολογίες, τά καθεστῶτα καί τά συστήματα διαγράφουν, διασύρουν καί καταδιώκουν.
Ἡ Ἐκκλησία πρωτίστως εἶναι ἡ λειτουργική κοινότητα, ἡ εὐχαριστιακή σύναξη. Πορεύεται πρός τόν Θεό μέ τόν Θεό, δεομένη ὡς κατέχουσα τό μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί τό μυστικό της διακονίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ἐκκλησία ἀληθεύει ἐν ἀγάπῃ, διότι ἐν ἀγάπῃ ἐλευθερωνόμαστε καί σωζόμαστε. Εἶναι ἡ νικήτρια τοῦ θανάτου, «ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος» γιά κάθε ἄνθρωπο καί κάθε ἐλάχιστο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ προσφερομένου καί ἀγαπῶντος Θεοῦ, «πόμα καινόν», Ζωή ἐκ τοῦ κοινοῦ μας Τάφου.
Ἄς ἀξιωθοῦμε ὅλοι νά κοινωνήσουμε μέ τόν Χριστό, τόν ἀναστάντα Σωτῆρα μας, τό καινόν τοῦτο πόμα από τό ποτήριον τῆς ζωῆς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Του.
ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ 2016
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ο ΧΙΟΥ,ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ ΜΑΡΚΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου