Εἶπεν ᾽Εκεῖνος, ποὺ ζωὴ καὶ φῶς αἰώνιον εἶναι.
- «Στὴν Κολυμβήθρα τοῦ Σιλωὰμ σύρε, τυφλέ, καὶ πλύνε
τ’ ἄφωτα μάτια σου». Καὶ νά, πρὶν κὰν προφτάση ἀκόμα
νὰ πλύνη ἀπὸ τὴν ὄψη του τὸ λασπωμένο χῶμα,
ζωῆς ποτάμι ἀνάβρυσε, φωτὸς πλημμύρ ἐχύθη
στὴ διψασμένη του ψυχή, στὰ σκοτεινά του στήθη
κι ἔκραξ’ ὁλόχαρος, ψηλὰ σηκώνοντας τὰ χέρια:
- «῎Ω!, πόσο ὡραῖο εἶναι τὸ φῶς! Πῶς ἀγκαλιάζει ἀκέριο
Αὐτὴ εἶν’ ἡ γῆ, ποὺ ξέφευγε τὰ βήματά μου κάτου;
αὐτοὶ εἶν’ οἱ κάμποι, τὰ βουνά, τὰ δέντρα; αὐτὴ εἶν’ ἡ μέρα,
ποὺ μὲς στὴ νύχτα τὴ βαθιὰ τὴν ἄκουγα; ὦ μητέρα,
ἐσύ ᾽σαι, ποὺ μ’ ἐγέννησες καὶ μ’ ἔκανες νὰ νιώσω
πόσο γλυκιὰ θάν’ ἡ ζωὴ γιὰ ὅσους τὴ βλέπουν, πόσο
πικρὴ γι’ αὐτούς, ποὺ τὴν ἀκοῦν βαθιὰ φυλακισμένοι
στὰ κάτεργα τῆς σκοτεινιᾶς, ξένοι στὸν κόσμο, ξένοι,
πίσω ἀπ’ ἀδιάβατο βουνὸ μὲ δίχως μονοπάτια!
῏Ω μάτια, ποὺ μὲ βλέπετε καὶ ποὺ σᾶς βλέπω, ὦ μάτια,
θρόνοι, ποὺ κάθεται ἡ ψυχὴ στὰ δυό σας μοιρασμένη
κι ἀναγαλλιάζει λαμπερὴ κι ἀθανασία προσμένει
ὦ μάτια, ποὺ μὲ τὴ ζωὴ μὲ δένετε μὲ τόσα, μὲ τόσα νήματα
χρυσά, μ’ ὅσες ματιές, που γλῶσσα
μᾶς λέει ὅσα μας λέτε σεις δίχως φωνὴ καὶ λέξη;
ποιὸ στόμα ροδοστέφανα χαμόγελα κι ἂν πλέξη,
μᾶς δείχνει τὴ χαρά, ὅσο σεῖς σὲ μιά σας λάμψη μόνο;
ποιὸς στεναγμὸς καὶ ποιὰ κραυγὴ θα δείξουν τόσον πόνο
ὃσο ἕνα δάκρυ σας βουβό; ποιὸ βελουδένιο χέρι
ξέρει τὰ χάδια τῆς ψυχῆς, ποὺ μιὰ ματιά σας ξέρει;
῏Ω μάτια, ποὺ φωτίσατε τὰ μαῦρα ὀνείρατά μου,
ὦ μάτια, ποὺ στυλώσατε τ’ ἄβουλα βήματά μου,
ὦ μάτια, ἐσεῖς, ποὺ φέρνετε τὰ χέρια μου μὲ τάξη,
ὅπου ἡ ψυχή μου ὀρέγεται κι ὁ νοῦς μου, ὅπου προστάξη!
ὦ μάτια, ποὺ μὲ βλέπετε κι ὦ μάτια, ποὺ σᾶς εἶδα,
ζωὴ κι ἀγάπη καὶ χαρὰ κι ἀπαντοχὴ κι ἐλπίδα
ὅλα εἶν’ ὡραῖα καὶ ποθητὰ κι εἶν’ ὅλα ἀγαπημένα,
ὅλα εἶν’ ὡραῖα μαζὶ μὲ σᾶς, χωρὶς ἐσᾶς κανένα!...»
Τέτοια ὁ τυφλός, ὁ πρὶν τυφλός, βαδίζοντας ἐλάλει
ὡς τὴ στιγμή, ποὺ ἀπήντησε τὸ Ναζωραῖο καὶ πάλι.
Κι εἶπεν ᾽Εκεῖνος, ποὺ ζωὴ καὶ φῶς αἰώνιον εἶναι:
- «᾽Εγὼ σοῦ χάρισα τὸ φῶς, τυφλέ, σκέψου καὶ κρίνε
ποιὸ εἶμαι». Κι εἶπε ὁ τυφλός: «Καὶ θέλει σκέψη τάχα;
ποιὸς ἄλλος κυβερνάει τὸ φῶς, παρὰ ὁ Θεὸς μονάχα;»
Ι. Πολέμης
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΣΤ' ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ Ο.Ε.Σ.Β. ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1939
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου