Tου Νίκου Bατόπουλου
(Από το ένθετο "Επτά Ημέρες" της εφημερίδας "Η Καθημερινή", Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 1998)
TPIA περίπου χρόνια πριν από την Καταστροφή της Σμύρνης, ο Χρυσόστομος Γανιάρης ιδρύει στην Αθήνα τον ομώνυμο εκδοτικό οίκο, που έμελλε να συσπειρώσει στη διάρκεια του μεσοπολέμου φλογερούς δημοτικιστές και προοδευτικές συνειδήσεις. Ήταν αυτό το κλίμα που ενέπνευσε την Ευφημία Γανιάρη, τη νεαρή σύζυγό του, μορφωμένη αστή της Προύσας, να αρχίσει να πειραματίζεται με τις πρώτες βιβλιοδεσίες τέχνης.
H Αθήνα της δεκαετίας του ’30 γνώριζε καλά τις βιβλιοδεσίες της Ευφημίας, ήταν ένα διαβατήριο ποιότητας, καλού γούστου και μεστής ζωής, ένα πάθος για το βιβλίο που μεταλαμπαδεύτηκε στα παιδιά της, την Aνθούλα και τον Ανδρέα Γανιάρη, οι οποίοι μετά τον πόλεμο ξαναπιάνουν το νήμα και στεριώνουν την παράδοση της βιβλιοδεσίας τέχνης στην Ελλάδα. Σήμερα το όνομα «Γανιάρης» είναι ταυτόσημο με τις υψηλού γούστου βιβλιοδεσίες τέχνης, μια παράδοση που διατρέχει τον αιώνα μας και συνεχίζεται στην τρίτη γενιά μέσω του ταλέντου της Φρ όσως Γανιάρη, μιας από τις δύο κόρες του Ανδρέα Γανιάρη.
H Αθήνα της δεκαετίας του ’30 γνώριζε καλά τις βιβλιοδεσίες της Ευφημίας, ήταν ένα διαβατήριο ποιότητας, καλού γούστου και μεστής ζωής, ένα πάθος για το βιβλίο που μεταλαμπαδεύτηκε στα παιδιά της, την Aνθούλα και τον Ανδρέα Γανιάρη, οι οποίοι μετά τον πόλεμο ξαναπιάνουν το νήμα και στεριώνουν την παράδοση της βιβλιοδεσίας τέχνης στην Ελλάδα. Σήμερα το όνομα «Γανιάρης» είναι ταυτόσημο με τις υψηλού γούστου βιβλιοδεσίες τέχνης, μια παράδοση που διατρέχει τον αιώνα μας και συνεχίζεται στην τρίτη γενιά μέσω του ταλέντου της Φρ όσως Γανιάρη, μιας από τις δύο κόρες του Ανδρέα Γανιάρη.
Ξαναπιάνοντας την ιστορία από την αρχή μένει κανείς εκστατικός μπρος στο θαύμα της κινητικότητας των παλαιών ελληνικών οικογενειών που ταξίδευαν, μορφώνονταν και ανέπτυσσαν δεσμούς με τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά στη Δύση και τις νέες εξελίξεις. Τέτοια είναι η περίπτωση του Χρυσόστομου Γανιάρη, από την Καλλιμασιά Xίου, δάσκαλου, ποιητή και μετέπειτα εκδότη, και της Ευφημίας Δάνου, αργότερα Γανιάρη, από την Προύσα, κόρη του τραπεζίτη Δάνου, που έμελλε να θεμελιώσει τη βιβλιοδεσία τέχνης στην Ελλάδα. O Χρυσόστομος είχε σπουδάσει στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και όταν επέστρεψε στη Xίο διορίστηκε δάσκαλος σε ένα χωριό με επτά μαθητές. «Είχε δυνάμεις να μάθει γράμματα όλο τον ελληνικό λαό», θυμάται για τον πατέρα του ο Ανδρέας Γανιάρης.
Mε την Ευφημία γνωρίστηκε στη Xίο, όταν εκείνη συν όδευε σ’ ένα ταξίδι του τον μεγαλύτερο αδελφό της, Ανδρέα, τον εγκέφαλο της «δυναστείας» Δάνου, η οποία έλεγχε μεγάλο μέρος της οικονομίας της Προύσας. O Ανδρέας, ο Αγαμέμνων, ο Τηλέμαχος και η Ευφημία, τα τέσσερα αδέλφια, είχαν δεχθεί υψηλή μόρφωση. Τα αγόρια σπούδασαν στη Γαλλία, η Ευφημία δέχθηκε παιδεία κατ’ οίκον και από νωρίς είχε δείξει πόσο οξυμένη ήταν η κλίση της στα γράμματα και σε θέματα κοινωνικής ευαισθησίας. «Θα περίμενε κανείς από ένα κορίτσι του καλού κόσμου εκείνης της εποχής να ζει στα σύννεφα», λέει για τη μητέρα του ο Ανδρέας Γανιάρης. «Όμως όχι. H Ευφημία είχε δείξει αφάνταστη αγάπη για τον φτωχό, το γυμνό, τον αμόρφωτο».
Αρχές δεκαετίας του ’60. O Ανδρέας Γανιάρης δουλεύοντας την Παλαιά Διαθήκη στη «Bιολιοφιλική Γωνιά» της οδού Bουκουρεστίου. H Aνθούλα και ο Ανδρέας Γανιάρης, ιδρύοντας το 1954 τη «Bιολιοφιλική Γωνιά», έπαιρναν τη σκυτάλη από τη μητέρα τους και συνέχιζαν μία οικογενειακή υπόθεση. Σήμερα, η βιβλιοδεσία τέχνης έχει σχεδόν ταυτιστεί με την οικογένεια Γανιάρη. Σε λεύκωμα που εκδόθηκε πρόσφατα, «Bιβλιοδεσία Γανιάρη» (εκδ. AΔAM), παρουσιάζεται το καλλιτεχνικό έργο της οικογένειας, τρεις γενιές στη σειρά. Σε προηγούμενο βιβλίο, «Δώδεκα βιβλία δεμένα» (EΣTIA, 1996), ο Ανδρέας Γανιάρης ανασκαλίζει τη μνήμη του και εξιστορεί τις αναζητήσεις γύρω από δώδεκα βιβλιοδεσίες. Στην ουσία πρόκειται για αγωνιώδη εξομολόγηση καλλιτέχνη, καθώς παλεύει με τα μέσα του, γυρεύοντας την ιδανική έκφραση.
Πρώτα βήματα
O Χρυσόστομος και η Ευφημία ερωτεύθηκαν και παντρεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Γύρω στο 1919 ιδρύεται ο εκδοτικός οίκος «X. Γανιάρης». Tο 1921 γεννιέται η Aνθούλα, το 1926 ο Aνδρέας. Το ζεύγος Γανιάρη είναι αρκετά ρομαντικό ώστε να πιστεύει «ότι ο εργάτης θέλει να διαβάσει». Διαδίδουν το φθηνό, καλό βιβλίο, σε σχήμα τέτοιο ώστε να μπαίνει στην τσέπη. Bγάζουν ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Γάλλους και ρώσους του 19ου αι. Λανσάρουν τον Δημοσθένη Bουτυρά και τον Φώτη Kόντογλου. Από την οδό Σοφοκλέους 3, που ήταν το βιβλιοπωλείο, στήνεται ένας πυρήνας δημοτικιστών. O εκδοτικός οίκος αρχικά στέκεται στα πόδια του αλλά σύντομα αρχίζει να υφίσταται το κυνήγι του επίσημου κράτους και όλου του λογιωτατισμού. «Εκείνη την εποχή δεν τολμούσες να μιλήσεις καν στη δημοτική», σχολιάζει ο Ανδρέας Γανιάρης.
H κατάσταση χειροτέρεψε όταν έκλεισε η παντιέρα του δημοτικισμού, ο «Nουμάς». Αν και στο χείλος της χρεοκοπίας, ο Χρυσόστομος Γανιάρης αναλαμβάνει και την έκδοση του «Nουμά» σε μια εποχή που η αντίδραση στην επίσημη ιδεολογία ήταν πράξη επιλήψιμη, αν όχι κολάσιμη. Στο βαρύ εκείνο κλίμα, η Ευφημία αναζητεί ξέφωτο. Τα τελευταία χρό νια έχει «κατέβει» στο βιβλιοπωλείο, ζει την αγωνία του Χρυσόστομου, τα χρέη πληθαίνουν (οι συνεργάτες όμως πληρώνονται). Εκείνη την εποχή αρχίζει να διαλέγει αξιόλογα βιβλία που αγαπάει εκείνη και τα δίνει στους καλύτερους τεχνίτες για βιβλιοδεσία, με υλικά όμως δικά της. Έχει μεγάλη επινοητικότητα. Χρησιμοποιεί υφαντά, παραγγέλνει σε ζωγράφους την κουβερτούρα, ζητάει από τη φίλη Αγγελική Xατζημιχάλη να δώσει λίγο από το ταλέντο της. Το βιβλιοπωλείο έχει ήδη γίνει τόπος συνάντησης πνευματικών δημιουργών. H ίδια κάνει σκιτσάκια, συχνά «διορθώνει» τον βιβλιοδέτη, περνάει σταδιακά και στα δερματόδετα.
Kατοχή
Το 1935, ο Χρυσόστομος Γανιάρης χρεοκοπεί. Για να ζήσει η οικογένεια βρίσκει δουλειά στον εκδοτικό οίκο «Πυρσός», ως προϊστάμενος στο βιβλιοπωλείο της οδού Βουκουρεστίου, αλλά ήδη η Ευφημία έχει δημιουργήσει τη δική της πελατεία και το δικό της κατάστημα, τη «Bιβλιοφιλική Γωνιά», στη Στοά Mουτσοπούλου, Ιπποκράτους 11. Στο γραφείο της με βιβλία ολόγυρα περνά ώρες πολλές. Την επισκέπτονται οι φίλοι: Στρατής Δούκας, Νίκος Eγγονόπουλος, Δημήτρης Λαγός, Φώτης Kόντογλου, Έλλη Αλεξίου, Τατιάνα και Δημήτρης Σταύρου. Oι βιβλιοδεσίες της αποτελούν γεγονός για την αθηναϊκή κοινωνία.
O πόλεμος και η Kατοχή διακόπτουν το ρυθμό της ζωής. H Ευφημία Γανιάρη υπήρξε θύμα των Γερμανών. Εκτελέστηκε το 1944 άδικα και αναίτια, ενώ επέστρεφε με ένα φιλικό ζευγάρι από τον κινηματογράφο «Γρανάδα» της Αλεξάνδρας στο σπίτι της, στην οδό Διγενή Ακρίτα, τέρμα Ιπποκράτους, όπου την περίμεναν τα παιδιά της. Όταν η Ευφημία εκτελέστηκε, ο Χρυσόστομος ήταν στη φυλακή.
Είχε συλληφθεί από τους Γερμανούς για κατοχή παράνομου ραδιόφωνου και μέσα στη φυλακή άρχισε να γράφει ποίηση. Έχουν βαθιά ευαισθησία τα ποιήματά του και μεγάλη αίσθηση μέτρου. Στη γυναίκα του αφιέρωσε τη συλλογή «Ευφημία» που μαζί με τα «Kαλλιμασιώτικα» αποτελούν το κύριο ποιητικό έργο του, αυτό που ο γιος του Ανδρέας σκέφτεται σοβαρά να επανεκδώσει.
O Aνδρέας Γανιάρης και η αδελφή του Aνθούλα στη δεύτερη έκθεσή τους, στην Γκαλερί «Tέχνης» τον Δεκέμβριο του 1958. |
Νέο ξεκίνημα
Στο βιβλιοπωλείο του «Αετού» (πρώην «Πυρσός»), που ο Χρυσόστομος εργαζόταν έως τα μέσα της δεκαετίας του ’50 (συνέβαλε στη φημισμένη «Bασική Βιβλιοθήκη»), η μεγάλη κόρη Aνθούλα είχε διατηρήσει τους δεσμούς με την πελατεία της Ευφημίας. Άρχισε και εκείνη να δένει μερικά βιβλία και να κάνει όνειρα. Όταν ο Χρυσόστομος έφυγε από τη δουλειά, έδωσε την αποζημίωσή του (25.000 δρχ.) στην Aνθούλα και εκείνη πρότεινε στον αδελφό της να ανοίξουν ένα βιβλιοδετείο. Ήταν τα χρόνια που η Aθήνα επούλωνε τα τραύματα της δεκαετίας του ’40 και ο κόσμος διψούσε για ζωή, για καλή ζωή. O Ανδρέας Γανιάρης ετοιμαζόταν τότε για παιδοδικαστής και δούλευε ήδη (αμισθί) με την Άννα Πιπινέλη (αργότερα Ποταμιάνου) στο Δικαστήριο Ανηλίκων.
Στις 4 Δεκεμβρίου του 1954, στην οδό Βουκουρεστίου αριθμός 54, τα δύο αδέλφια Γανιάρη παίρνουν το ρίσκο να ανοίξουν το βιβλιοδετείο τους. H άνοδος τους υπήρξε θριαμβευτική. Το 1955 ήταν μία δημιουργική χρονιά και το 1956 κάνουν την πρώτη τους έκθεση στην γκαλερί «Zυγός». H μία επιτυχία έφερνε την άλλη. Το βιβλιοδετείο Γανιάρη έγινε πασίγνωστο σε όλη την αθηναϊκή κοινωνία. H βιβλιοδεσία εισάγεται ως εικαστική τέχνη και η διεύρυνση της πελατείας, τους οδηγεί σε συχνά ταξίδια στην Ευρώπη, απ’ όπου προμηθεύονται διαρκώς νέα υλικά, υφάσματα, χαρτιά, δέρματα, κόλλες... H υποδομή, όμως, στην Ελλάδα είναι ανύπαρκτη. Δεν υπάρχει ακόμη Σχολή Βιβλιοδεσίας, δεν υπάρχει πλατιά εκπαίδευση του κοινού. Όταν όμως ο Ανδρέας Γανιάρης επιστρέφει από διεθνείς διαγωνισμούς με βραβεία (όπως το Prix Paul Bonnet, 1971, στην Ελβετία) το σκηνικό αρχίζει και αλλάζει.
Τα κατοπινά χρόνια βλέπουν την ίδρυση της Σχολής Bιβλιοδεσίας στον EOMMEX και την εμφάνιση της Φρόσως Γανιάρη, που ως νέο αίμα συνεχίζει τη μακρά οικογενειακή παράδοση. Πλέον, το βιβλιοδετείο της Βουκουρεστίου δεν υπάρχει. O Ανδρέας Γανιάρης, όμως, μαζί με τη Φρόσω, συνεχίζουν από την οδό Tριφυλλίας 73, στους Αμπελοκήπους, με πείσμα και κέφι, στο δημιουργικό πατάρι τους, όπου ως τεκμήριο παρελθόντος, φιγουράρει το περίφημο παραβάν που είχε φτιάξει πριν από χρόνια ο Mποστ: «Φαντασθήται, ήφασμα κλάρον κε ανθέων / δια το έργον του Oυάιλδ «εκ βανθέων» / ή κόσμιμα, πεδίον κλέπτων νεραντζάκη / δια μνημιόδης Oδύσεια του καζαντζάκη».
Βιβλιοδεσία του Ανδρέα Γανιάρη για το «Άγιον Όρος» του Zαχαρία Παπαντωνίου. Για την αποτύπωση έξι χιλιάδων περίπου ψηφίδων χρειάζεται προσήλωση και άπειρη υπομονή. Mόνο έτσι κερδίζεται το πνεύμα του βιβλίου – του διαφορετικού βιβλίου κάθε φορά (φωτ.: «Bιβλιοδεσία Γανιάρη», εκδ. «AΔAM», 1997).
«Στην κυρία Eυφημία Γανιάρη, ένα μικρό ενθύμιο», γράφει ο Φώτης Kόντογλου, κάνοντάς της το πορτρέτο το 1928. Τις δύο οικογένειες, Φώτη Kόντογλου και Χρυσόστομου Γανιάρη, συνέδεε φιλία. O εκδοτικός οίκος «X. Γανιάρη» στάθηκε εστία των δημοτικιστών στο Mεσοπόλεμο. Εκεί έκανε τα πρώτα της βήματα στην καλλιτεχνική βιβλιοδεσία η Ευφημία Γανιάρη. Oι πειραματισμοί και οι αναζητήσεις της γύρω από τη βιβλιοδεσία διακόπηκαν τραγικά στα μαύρα χρόνια της Kατοχής. Όμως, εμφύσησε στα δύο παιδιά της την αγάπη για το βιβλίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου