Παλαιά Ποταμιά |
Πέρασα το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής μου βολοδέρνοντας στις θάλασσες του κόσμου. Απαντώντας θετικά στο κάλεσμα του πρωταρχικού υγρού στοιχείου και υπακούοντας θεληματικά στις προσταγές της μοίρας μου, που χάραξε πορείες σε τόπους μακρινούς και αφιλόξενους, ακολουθώντας τους αλμυρούς δρόμους του πεπρωμένου . Άφηνα πίσω με πόνο ότι αγαπούσα πιότερο, τους δικούς μου και τον τόπο μου. Σαν έφθανε η ώρα του ξενιτεμού, έκλεινα στην βαλίτσα μου, μαζί με του φευγού την πίκρα, τα λιγοστά φθαρτά του ταπεινού σαρκίου μου ιμάτια, τον ασπρομάλλη προστάτη Άγιο ταξιδευτή, των αγαπημένων τις μορφές και τρεις φωτογραφίες. Η μια ήταν η Λαγκάδα, ο τόπος που γεννήθηκα και γνώρισα το φως! Oι άλλες δυο η Κυδιάντα και η Ποταμιά! Οι τόποι των γονιών μου , που σήμερα έχουν ερημωθεί , και είναι οικισμοί νεκροί . Της μάνας μου η γενέτειρα ……, και το όνομα της έχει ξεχαστεί, και ας ήταν Καπετάνισσα και Αντάρτισσα ……τρανό κεφαλοχώρι. Η άλλη, η Πατρώα Γη, των Βορειοχώρων το καύχημα!
Ο προαιώνιος τόπος των δρώμενων, όπου υπακούοντας στα κελεύσματα της φύσης, στην βούληση του Δημιουργού, και στους νόμους του Πλάστη μας έσμιξαν το αρχέγονο κύτταρο με την ιερή αγία μήτρα, και πρόβαλε η γενιά μας! Αγιασμένη Ποταμιά, την θύμηση σου συνοδεύει πάντα ένας βαρύς αναστεναγμός με μνήμες τραγικές , συνώνυμες του ξεριζωμού και του ξενιτεμού! Με ένα δάκρυ καυτό να κυλά ! Παρέα με τον Σταμάτη , την Τασία και τον Ανδρέα , την αντίκρισα για πρώτη φορά , μαζί κ΄η Φωτεινή . Μια μέρα θείας ανάτασης της φύσης , στο κάλεσμα της άνοιξης , εποχής που όλα ομορφαίνουν και αλλάζουν μετά τον χειμωνιάτικο λήθαργο. Έγειρα στο καντούνι του Αϊ Αντώνη του Στερνού Βιγλάτορα .…ένιωσα την γλυκιά πνοή ,την ανάσα του, και από τα περασμένα χρόνια ……. μύρια μάτια να με κοιτούν μ' αγάπη και λαχτάρα . Σύγκρυο πέρασε το κορμί κι΄ άρχισα ν΄ ανατριχιάζω. Ο Ήλιος απορημένος κρύφτηκε ……συννέφιασε …… άρχισε να βροντά……η καμπάνα κτυπούσε ….. Βυζαντινός εσπερινός! κ΄ εγώ τρέμοντας ψελλίζω «Η θέα σου, χάδι των ματιών ……, τ' αγνάντεμα σου αγαλλίαση .…, ανάπαυση ψυχής». «Στέκεις ορθή, πάντα εκεί στην πλαγιά, στο μέρος που σ΄ έταξε η μοίρα….! Έρμαιο στα χέρια του πανδαμάτορα χρόνου ….! Έρημη, γυμνή και απέριττη. Χωρίς την ζωοδότρα παρουσία, τα γέλια για το κλάμα των παιδιών σου, στολίδι δε μοναδικό οι πέτρες των σπιτιών σου». «Ήσουν καμάρι Ποταμιά κ' έλαμπες σαν τον ήλιο, έρημη τώρα σε θωρώ σαν μαραμένο κρίνο». «Πάει καιρός που ήσουνα στολίδι του νησιού μας , στην αγκαλιά της Αμανής ξετρέλαινες το νου μας» . «Όρθιος ονειρεύομαι και ζω με την ελπίδα στις γειτονιές σου ν΄ ακουστεί μια θεία υμνωδία , νανούρισμα μελωδικό , εγκώμιο στο κάλλος το δικό σου . Θρήνος , ελεγεία , λυπητερό τραγούδι , που μόνο γυναίκες τραγουδούν» . «Ερημωμένη Ποταμιά , φύγανε τα παιδιά σου , πήγανε και καθίσανε πάρα πολύ μακριά σου . Πάψανε να σου τραγουδούν με αγάπη και μεράκι , και σε ποτίζει η μοναξιά , με πίκρα και φαρμάκι» . «Δεν ημπορώ να σε κοιτώ χωρίς ν΄ αναστενάζω, αναρουφώ τα δάκρυα και τον καημό μου βγάζω . Μα όλα αυτά χωρίς ελπίδα ρημαγμένη μου πατρίδα» . «Ω Παναγιά μου Δέσποινα , άφησες τα παιδιά σου να τριγυρνούν ολοχρονίς μακριά απ΄ την αγκαλιά σου» . «Η αναφορά του ονόματος σου, δάκρυ στα μάτια, τραγούδι στα χείλη. Τα λόγια μου θυμίαμα στης μνήμης σου το άγιο θυμιατήρι» . Τα βήματα μας μ΄ έφεραν έξω από το σχολειό, άθελα του σήμερα , στερεμένη πηγή γνώσης . Κιβούρι αναμνήσεων, τάφος ανεξερεύνητης ιστορίας . Μια κατάλευκη μαρμάρινη ενεπίγραφη πλάκα, σοφή σκέψη, του Κυρ' Δημήτρη! ανθρώπου μερακλή, στην πρόσοψη του γερασμένου από τα χρόνια κτίσματος, ομολογεί στους νεώτερους το διάβα των αιώνων. Αγιασμένη Ποταμιά , Ιερή Γη , προαιώνια κοιτίδα της γενιάς μας . Όνομα και καταγωγή , θησαυροί ατίμητοι είναι το καύχημα μας ! Τα μόνα άξια λόγου μερίδια , που λάβαμε από την κληρονομιά των προγόνων μας . Αγιασμένη Ποταμιά ! Άνθρωποι ταπεινοί σε έφτιαξαν με στερήσεις και βάσανα . Μοναδικά τους εφόδια , άγρια πέτρα και μεράκι . Έχοντας πρωτομάστορα και οδηγό την λιτότητα και την ανάγκη . Σχέδιο και ρυθμό έδιναν οι κτύποι της καρδιάς , μπλεγμένοι με αμανέδες και ήχους από σαντούρι , και ούτι .
Ο μυροβόλος τόπος αντηχούσε από την θεία μουσική των ουράνιων σφαιρών του σύμπαντος κόσμου. Πανταχού παρών ο πόνος και η φτώχεια. Πίστωση έδιναν μόνο ο πόθος και η ελπίδα Νερό και αν δεν είχαν έκαναν κουράγιο και έπλαθαν χαρμάνι, με τα ροζιασμένα χέρια τους, ποτίζοντας το χώμα με τον ιδρώτα και το δάκρυ τους. Αν δεν είχαν ασβέστη έσταζαν το αίμα τους. Για σμίλη χρησίμευε η φλογερή ματιά τους. Άστραφτε και βροντούσε κι΄ ο αντίλαλος πολλαπλασίαζε τους ήχους. Έγινα μούσκεμα απ΄ την βροχή, αλλά δεν έφευγα, έβλεπα το νερό να τρέχει στον Μεγάλο ποταμό και μαγεύτηκα, μου έγνεφε, κάτι μου έλεγε στο διάβα του. Αφουγκράστηκα τους ψίθυρους. Ξεχάστηκα στην όχθη βλέποντας το νερό να κυλλά βιαστικά, άκουγα την βουή του Καρυδάτου, και ενώ βρεχόμουν ένοιωθα πρωτόγνωρη χαρά. Όταν μου είπανε πως φεύγουμε, ράγισε η καρδιά, έκοψαν τον λογισμό, το γλυκό όνειρο μου! Έβαλα την δεξιά στην θέση της καρδιάς κατ΄ αρχάς, μετά στα χείλη και σε χαιρέτισα Αγιασμένη πατρίδα. Ανηφόριζα, έφευγα, είχαν γίνει όλα τόσο ξαφνικά και αναπάντεχα που έμεινα με την απορία. Τα λόγια που χαράχθηκαν στο μυαλό μου, και τα επαναλαμβάνω συνεχώς καθώς βαδίζω, τα είπε ψιθυριστά ο ποταμός, μήπως τ΄ αγέρι που φύσαγε, ή τα διάβασα;
http://www.moto.gr/arthra/00058.php?offset=5&artid=8 |
« ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ Η ΠΟΤΑΜΙΑ
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ
ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΕΞΙΑ
ΚΑΙ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ
ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΦΘΗ ΤΑ ΕΤΗ
1960 1970
ΟΤΕ ΕΓΕΝΕΤΟ Ο ΟΙΚΙΣΜΟΣ
ΝΕΑΣ ΠΟΤΑΜΙΑΣ ΛΑΟΡΚΙΑ
ΚΑΤΩΚΟΥΝ ΔΕ ΕΝ ΑΥΤΩ
ΑΙ ΕΞΗΣ ΓΕΝΕΑΙ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΔΕΣ ΚΑΖΑΔΕΣ
ΚΑΡΥΑΜΗΔΕΣ ΚΟΝΤΟΥΔΕΣ
ΠΟΥΛΗΔΕΣ ΠΟΥΠΑΛΗΔΕΣ
ΧΑΜΕΤΗΔΕΣ ΨΑΛΗΔΕΣ
ΚΟΥΤΣΟΒΑΣΙΛΗΔΕΣ
ΜΠΟΥΡΝΙΑΔΕΣ »
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓ. ΚΑΡΙΑΜΗΣ
{ ΣΑΝΤΟΥΡΗΣ }
ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ Ε . Ν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου