ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 19
Πρός
τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀγαπητά μου παιδιά,
Ὁ ἄνθρωπος, κατά τήν πορεία τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ἀποκτώντας συναίσθηση τῆς ὑπαρξιακῆς του ὀντότητος εὑρέθηκε ἀδύναμος πρό τοῦ μυστηρίου τοῦ θανάτου. Βυθισμένος μέ τό σῶμα στήν ὕλη, δεμένος μέ τήν δύναμη τῆς βαρύτητος στό χῶρο καί στό χρόνο, ἔχει ἀποχωρισμένο τό πνεῦμά του ἀπό τήν αἰωνιότητα. Τό χάσμα μεταξύ χρόνου καί αἰωνιότητος εἶναι γι’ αὐτόν ἀγεφύρωτο, γιατί τοῦ λείπει ἡ ἀναγκαία ἱκανότης καί ἡ δύναμη νά τό δρασκελήσει. Πολιορκημένος ἀπό τόν θάνατο περιπαίζει αὐτούς πού τοῦ λέγουν: «ὁ ἄνθρωπος εἶναι αἰώνιος καί ἀθάνατος». Γιά νά εἶναι ἀθάνατος, πρέπει στό κέντρο τῆς αὐτοσυναισθήσεώς του νά αἰσθάνεται τόν ἑαυτό του ἀθάνατο. Ὁλόκληρο τό πρόβλημά του ἔγκειται στό πῶς νά ἀναζωπυρήσει αὐτό τό σβησμένο αἴσθημα. Αὐτό μπορεῖ νά τό κάνει ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος τόν ἀθάνατο Ἑαυτό Του ἐνεσάρκωσε μέσα στήν ἀνθρώπινη αὐτοαίσθηση. Αὐτό ἀκριβῶς ἔκαμε ὁ Χριστός, ὅταν ἐνηνθρώπησε καί ἔγινε Θεάνθρωπος. Γι’ αὐτό στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἔγινε καί παραμένει ἡ μοναδική ὁδός καί ὁ μοναδικός ὁδηγός ἀπό τόν χρόνο στήν αἰωνιότητα, ἀπό τήν αὐτοαίσθηση τῆς θνητότητος στήν αὐτοαίσθηση τῆς ἀθανασίας, ἀπό τήν αὐτογνωσία τοῦ πεπερασμένου στήν αὐτοσυνειδησία τῆς αἰωνιότητος.
Ἡ αἰωνίως ζῶσα προσωπικότης τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀκριβῶς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ θεανθρώπινη αἰωνιότης ἐνσαρκωμένη στά ὅρια τοῦ χρόνου καί τοῦ χώρου. Εὑρίσκεται σ’αὐτό τόν κόσμο, ἀλλά δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Εὑρίσκεται σ’αὐτό τόν κόσμο γιά νά τόν ἀνυψώσει μέχρι τόν ἄνω, ἀπό ὅπου προέρχεται καί ἡ ἴδια. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι οἰκουμενική, καθολική, θεανθρώπινη, αἰώνια, γι’αὐτό ἀποτελεῖ ἀσυγχώρητη βλασφημία ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά κάνουμε τήν Ἐκκλησία ἐθνικό ἵδρυμα. Ὁ σκοπός της εἶναι νά ἑνώσει ἐν Χριστῷ ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ προσωπικότης τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, θεανθρώπινος ὀργανισμός, ὄχι ἀνθρώπινη ὀργάνωση. Εἶναι ἀδιαίρετη, ὅπως τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου, ὅπως καί τό σῶμα τοῦ Θεανθρώπου. Γι’ αὐτό ἀποτελεῖ βασικό λάθος νά διαιρεῖται ὁ ἀδιαίρετος θεανθρώπινος ὀργανισμός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σέ μικρές ἐθνικές ὀργανώσεις. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν πρέπει νά προσαρμόζεται πρός τόν λαό, ἐνῶ τό κανονικό εἶναι τό ἀντίθετο: ὁ λαός νά προσαρμόζεται πρός τήν Ἐκκλησία, δηλαδή νά φυτεύεται καί νά καλλιεργεῖται μέσα στή ψυχή τοῦ λαοῦ μας ἡ αἴσθηση καί ἡ ἐπίγνωση ὅτι κάθε μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι πρόσωπο καθολικό, πρόσωπο αἰώνιο καί θεανθρώπινο, ὅτι εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί γι’ αὐτό ἀδελφός ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί διάκονος ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί τῶν κτισμάτων.
Ποιά εἶναι τά μέσα μέ τά ὁποῖα μπορεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νά πραγματοποιεῖ αὐτό τό θεανθρώπινο σκοπό; Εἶναι τά θεανθρώπινα μέσα, εἶναι οἱ θεανθρώπινες ἀσκήσεις καί ἀρετές: Ἡ ἄσκηση τῆς πίστεως, ἡ ἀρετή τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας, ἡ ἀρετή τῆς ἀγάπης, ἡ ἀρετή τῆς πραότητος καί τῆς ταπεινώσεως, ἡ ἀρετή τὴς ὑπομονῆς καί τῆς ταπεινώσεως.
Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι νά κάνει τίς θεανδρικές αὐτές ἀρετές - ἀσκήσεις, μεθόδους τῆς ζωῆς τοῦ λαοῦ. Σ’αὐτό ἔγκειται ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς ἀπό τόν κόσμο καί ἀπ’ ὅλες τίς ψυχοφθόρες ἀνθρωποκτόνες καί ἄθεες κινήσεις καί ὀργανώσεις τοῦ κόσμου. Ἀπέναντι στήν εὐγενική ἀνθρωποφαγία τοῦ συγχρόνου πολιτισμοῦ πρέπει νά ἀντιτάξουμε τίς ὀρθόδοξες χριστοφόρες προσωπικότητες, οἱ ὁποῖες μέ τήν πραότητα τοῦ προβάτου θά νικοῦν τά ἐξημμένα πάθη τῶν λύκων καί μέ τήν ἀκεραιότητα τῶν περιστερῶν θά σώζουν τήν ψυχή τοῦ λαοῦ ἀπό τήν πολιτιστική δυσωδία. Γι’ αὐτό κύριο χρέος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι νά δημιουργεῖ τούς χριστοφόρους ἀσκητές. Ἐδῶ εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ τοῦ ἀνθρωπίνου κόσμου καί τοῦ κόσμου τοῦ Χριστοῦ: τό ἀνθρώπινο εἶναι πεπερασμένο καί χρονικό, τό τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀναλλοίωτο καί αἰώνιο.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς ὁ μοναδικός φορεύς καί φύλαξ τοῦ τελείου καί παμφώτου Προσώπου τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ πραγματοποιεῖται ἀποκλειστικῶς μέ τά θεανθρώπινα - ὀρθόδοξα μέσα, τίς ἀσκητικές ἐν χάριτι ἀρετές.
Ἡ Ὀρθόδοξη ψυχή τοῦ λαοῦ μας τείνει πρός τούς Ἁγίους Πατέρες, τούς Ὀρθοδόξους ἀσκητές. Ἡ προσωπική καί ἡ οἰκογενειακή καί ἐνοριακή ἄσκηση καί ἰδίως στήν προσευχή καί τήν νηστεία, εἶναι τό χαρακτηριστικό τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία πάντοτε δημιουργεῖ ἀσκητικές ἀναγεννήσεις. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἄσκηση καί ζωή. Ἡ Ἐνορία πρέπει νά γίνει ἀσκητικό κέντρο. Αὐτό γίνεται μέ τήν προσευχή, τή νηστεία, τήν ἐκκλησιαστική ζωή τῆς Ἐνορίας, τή λειτουργική ζωή, τά κύρια μέσα τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ τά ὁποῖα ἐπιδρᾶ ἐπάνω στούς ἀνθρώπους. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐνορία πρέπει νά ἀναγεννηθεῖ καί μέ φιλόχριστη καί φιλάδελφη ἀγάπη νά διακονεῖ ταπεινά τόν Χριστό καί ὅλους τούς ἀνθρώπους μέ πραότητα καί ταπείνωση, μέ θυσία καί αὐταπάρνηση. Καί ἡ διακονία αὐτή ὀφείλει νά διαποτίζεται καί νά τρέφεται ἀπό τήν προσευχή καί τήν λειτουργική ζωή. Αὐτό εἶναι τό βασικόν, τό ἀπαραίτητον τῆς Ὀρθοδοξίας. Γι’αὐτό: Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας 2015
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν Μᾶρκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου