ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός 5
Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012
Ε΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιστ΄19-31)
«Νῦν δέ ᾧδε παρακαλεῖται, σύ δέ ὀδυνᾶσαι»
Ζωντανή σέ περιγραφή καί δυνατή σέ νοήματα, ἀδελφοί μου, παρουσιάζεται ἀπό τόν Κύριό μας ἡ σημερινή παραβολή. Τόν πλούσιον ἄνθρωπο, πού οὔτε τό ὄνομά του μᾶς ἀναφέρει, τόν χαρακτηρίζουν τρία σοβαρά ἐλαττώματα. Τό πρῶτο εἶναι ἡ πολυτέλεια. Τό δεύτερο ἡ ὑπερβολική ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν καί τό τρίτο ἡ ἀναλγησία μπροστά στή δυστυχία τῶν ἄλλων. Ἀντίθετα τόν πτωχό, πού τό ὄνομά του εἶναι Λάζαρος, τό χαρακτηρίζουν τρεῖς μεγάλες ἀρετές. Ἡ ὑπομονή, ἡ αἰσιοδοξία γιά τή ζωή καί ἡ δοξολογία τοῦ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ.
Α΄ Ἡ ζωή σ’αὐτόν τόν κόσμο μοιάζει μέ πέλαγος, πού ἄλλοτε ξεσπᾶ ἀφρισμένο πάνω στόν ἄνθρωπο καί ἄλλοτε - λίγες φορές – τοῦ χαμογελᾶ. Τότε καί στήν τρικυμία, ἀλλά καί στή γαλήνη χρειάζεται χειρισμός, γιά νά μπορέσῃ ὁ ἄνθρωπος νά καταπλεύσῃ στό λιμάνι τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτήν τήν πορεία, ἡ πυξίδα, γιά σωστό προσανατολισμό, ἀποτελεῖ ὁ ἀναλλοίωτος ἠθικός Νόμος καί ἡ ἀδιάφθορη συνείδηση. Δυστυχῶς, ὁ σημερινός πλούσιος, παρ’ ὅλη τήν πολυτέλεια τῶν ἐνδυμάτων του, παρ’ ὅλη τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν, πού τοῦ πρόσφερε ἀφειδώλευτα ἡ ζωή, «ἔπεσε ἔξω» στό ταξίδι τῆς ζωῆς του καί, στό τέλος, κατάντησε «ναυάγιο» ψυχικό. Ὁ πτωχός ὁ Λάζαρος, ἀντίθετα στόν πλούσιον, ζῇ δυστυχισμένα καί πονεμένα, ταλαιπωρημένος ἀπό τήν πεῖνα κάι τήν ἀνέχεια, κτυπημένος ἀπό τήν ἀρρώστεια, πικραμένος ἀπό τήν κακότητα καί τήν ἀναλγησία τοῦ πλουσίου, περιφρονημένος ἀπό τόν κόσμο, μέ μόνη συντροφιά τά σκυλιά, πού συμπονετικώτερα αὐτά ἀπό τούς ἀνθρώπους, κάμνουν ἐκεῖνο, πού παρέλειψαν τά λογικά πλάσματα τοῦ Θεοῦ.
Τό σκηνικό στήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας τό ἴδιο. Χθές καί σήμερα. Τότε καί τώρα. Ἴσως τώρα τό κοινωνικό πρόβλημα παρουσιάζεται ὀξύτερο. Ἡ κοινωνική ἀδικία, συνδιασμένη μέ τήν οἰκονομική κρίση, προχωρεῖ μέ φοβερό καλπασμό. «Ὅς μέν πεινᾷ, ὅς δέ μεθύει» (Α΄Κορ. 11,21). Τό ξέφρενο μεθύσι τοῦ ἑνός, ἀφήνει ἐρείπια καί συντρίμμια, γιατί κάμνει πολλούς πεινασμένους στή ζωή. Ἡ ἀσυλλόγιστη σπατάλη τῶν ἀνθρώπων,πού δέν θέλουν νά ἀναγνωρίσουν πώς ὁ Θεός τούς ἔταξε πιστούς οἰκονόμους τῶν ἀγαθῶν Του, αὐτοί μέ τίς πράξεις τους προκαλοῦν τό δημόσιο αἴσθημα, ἠλεκτρίζοντας ἔτσι – χωρίς πολλές φορές νά τό καταλαβαίνουν καί οἱ ἴδιοι – καί πυροδοτῶντας τόν πόνο τῶν χιλιάδων Λαζάρων τοῦ «πολιτισμένου» αἰῶνα μας. Προκαλοῦν κοινωνικές ταραχές καί ἀναστατώσεις, πού μέ τίς ἀκρότητές των ἐξευτελίζουν τήν ἀνθρώπινη ὑπόσταση καί κατεβάζουν τόν σημερινό «πολιτισμένο» στήν τάξη τῶν κτηνῶν. Καί ἀπό τήν ἄλλη πάλι πλευρά, καρτερικοί Λάζαροι, μέ σφιγμένη ἀπό τόν πόνο τήν καρδιά, ἀντιμετωπίζουν θαρραλέα καί αἰσιόδοξα τή ζωή, μέ ὅλες της τίς φουρτοῦνες, χωρίς γογγυσμό, χωρίς αἰτιάσεις, γιά ὁποιονδήποτε καί, πρό πάντων, τόν Θεόν. Ἥρωες στή πάλη τῆς ζωῆς, μάρτυρες στό ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς, στρατιῶτες στόν εἰρηνικό πόλεμο, γιά τήν ἐπικράτηση τῆς ἀλήθειας. Ὡς τό τέλος. «Ἄχρι θανάτου».
Β΄. Ὁ θάνατος!... Ἀλήθεια! Αὐτή ἡ πραγματικότης, ἡ μόνη βεβαία κάι σίγουρη, πού ἔρχεται νά κλείσῃ τήν αὐλαία τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς καί νά ἀνοίξῃ μιάν ἄλλη, αἰώνια καί ἀληθινή. Ὅμως τώρα τό σκηνικό ἀλλάζει. Ἐδῶ δέν ὑπάρχει ὁ ἐγωλάτρης πλούσιος ντυμένος μέ «πορφύραν καί βύσσον». Οὔτε τά πλούσια τραπέζια καί οἱ κάθε εἴδους διασκεδάσεις, γιά νά εὐφραίνεται «καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς». Ἀλλά τί ὑπάρχει; Ὁ ἀξιολύπητος ἁμαρτωλός, ὁ δυστυχής, πρώην πλούσιος, ὁ ὁποῖος ἀξιοκατάκριτα κατακαίεται ἀπό τίς φλόγες τῶν τύψεων τῆς ἀδιαφθόρου συνειδήσεως καί ὑποφέρει φρικτά ἀπό τήν ἔλλειψη τῆς θέας τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου. Βασανίζεται αἰώνια, γιατί προτίμησε ν’ ἀνταλλάξῃ τήν αἰωνιότητα μέ τά λίγα χρόνια τοῦ ψεύτικου καί ἀπατηλοῦ βίου. Καί ὀ Λάζαρος; «Ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Ἀβραάμ». Ἐκεῖ ὅπου στεφανώνονται «οἱ καλῶς ἀθλήσαντες». Ἐκεῖ ὅπου ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, συνυφασμένη μέ τήν ἀγαθότητα καί τήν εὐσπλαχνία Του, μοιράζει τά βραβεῖα «ἑκάστῳ κατά τήν ἰδίαν δύναμιν». Ἡ ἠθική τάξη, πού ἀνετράπη, άποκαθίσταται. «Νῦν δέ ᾧδε παρακαλεῖται, σύ δέ ὀδυνᾶσαι».
Ἀδελφοί μου! Ἄν θέλωμε κάποτε καί ἐμεῖς νά ἀποφύγωμε «τόν τόπον τῆς βασάνου» καί νά εὑρεθοῦμε λαμπροστολισμένοι εἰς τούς οὐρανίους κόλπους, ἄς μαλακώσωμε τήν καρδιά μας μέ τό δάκρυ τῆς συμπόνιας. Γιατί μόνο τέτοιες καρδιές ἀνεβαίνουν σ’ αὐτούς τούς κόλπους. Μήν περιμένωμε τούς νεκρούς ν’ἀναστηθοῦν ἀπό τούς τάφους καί νά μᾶς τό εἰποῦν. Ἔχομε τό Ἅγιον Εὐαγγέλιον. Ἄς τό μελετήσωμε ἁγιαστικά, ἄς βάλωμε στήν καρδιά μας αὐτά, πού μᾶς διδάσκει καί ἄς ζήσωμε τή ζωή, στήν ὁποία μᾶς παρακινεῖ. Τότε ἡ αἰωνιότης θά γίνῃ δική μας.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου